Γράφει ο Παναγιώτης Δ. Μακρής *

Ο Στέφανος Γρανίτσας υπήρξε ένας ήρωας της ζωής, άνθρωπος των γραμμάτων με ρωμαλέο ύφος και σπινθηροβόλο πνεύμα και παρά την ορεινή-χωρική του καταγωγή φεγγοβολούσε ευγένεια και πολιτισμό. Γεννήθηκε το 1880 στη Γρανίτσα Ευρυτανίας είναι το χωριό που ανέδειξε πάμπολλες προσωπικότητες, όπως τον Άγιο Νεομάρτυρα Μιχαήλ, τον Ζαχαρία Παπαντωνίου και άλλους.

Στη Γρανίτσα λοιπόν έμαθε τα πρώτα γράμματα και αφού τελείωσε τις βασικές του σπουδές συνέχισε στην Άρτα όπου ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές και ακολούθως εισήχθη στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Στέφανος Γρανίτσας ήταν μια καθ’ όλα ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Σ’ αυτό σίγουρα βοήθησε και η οικογένειά του η οποία ήταν από τις πλέον αριστοκρατικές και φιλήσυχες του τόπου. Ο πατέρας του Ανδρέας και η μητέρα του Ελένη φρόντισαν να δώσουν στο μικρό Στέφανο καθώς και στα άλλα τρία παιδιά τους Νικόλαο, Δημοσθένη και Αθανάσιο ότι πολυτιμότερο, αγνότερο και υψηλότερο και να μεγαλώσουν ζυμώνοντάς τον με τις συνήθειες, τα ήθη τα έθιμα και τις αγνές συμπεριφορές της περιοχής.

Όμως και η πλούσια παράδοση της ελληνικής υπαίθρου με τις αστείρευτες λαϊκές, θυμόσοφες και παραμυθένιες ιστορίες, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ολοκλήρωση των βιωμάτων και των εμπειριών του για τη ζωή και τη φύση, για τα ζώα και τη φύση, για τα ζώα και τον άνθρωπο, για τον κόσμο και την πολιτική. Αυτά τα βιώματα που ο ίδιος απεκόμισε από την άγρια και κατάφυτη φύση του χωριού και την ποιμενική και αγροτική ζωή των συγχωριανών του, ήταν προφανώς το έναυσμα ν’ ασχοληθεί με την παράδοση και τη λαογραφία και να γράψει αργότερα τα «Άγρια και τα ήμερα του βουνού και του λόγγου» έργο σταθμός γεμάτο από εύστοχες παρατηρήσεις και ακριβείς απεικονίσεις. Κάλλιστα θα αποτελούσε ένα εξαίρετο εγχειρίδιο γενικής ζωολογίας της ελληνικής υπαίθρου για τους φοιτητές των γεωπονικών και κτηνιατρικών σχολών.

Όταν έγραφε το βιβλίο αυτό, λέγεται ότι επισκέπτονταν συνεχώς, νύχτα και μέρα, του βοσκούς και τους γεωργούς του χωριού και είχε μαζί τους ατελείωτες συζητήσεις. Από αυτούς, τους ανθρώπους των βουνών και της φύσης έμαθε πάρα πολλά για τη ζωή και τη συμπεριφορά των άγριων και των ήμερων και τα μετέφερε στο βιβλίο του. Μάλιστα όταν έγραφε καθόταν σε ορισμένη θέση πάνω σε τεράστιες πέτρες και από κει αγνάντευε τις καταπράσινες πλαγιές του Καλόγερου. Στο σημείο αυτό σήμερα υπάρχει σχετική επιγραφή τοποθετημένη πάνω στις ίδιες εκείνες ιστορικές πέτρες.

Ο Στέφανος Γρανίτσας ασχολήθηκε με όλα και ότι δημιούργησε αγγίζει την τελειότητα. Όλα τα είδη του λόγου, ποιήματα, διηγήματα, ευθυμογραφήματα, θεατρικά έργα, δοκίμια και κριτικές τον απασχόλησαν σοβαρά. Εδώ θα πρέπει να θυμηθούμε την παροιμιώδη πλέον έκφραση του Ζαχαρία Παπαντωνίου με τον όποιο διατηρούσε ειλικρινή και μακροχρόνια φιλία, ότι «Αυτός ο ευρυτάνας είναι ικανός δι’ όλα. Έχω την ιδέα, ότι και μουσικήν αν επιχειρούσε να συνθέσει θα το κατάφερνε». Όμως η μεγάλη του αγάπη ήταν η δημοσιογραφία. Ως δημοσιογράφος εργάστηκε σε πολλές και μεγάλες εφημερίδες της εποχής του και διακρίθηκε, παρότι πολύ νέος σε υψηλά αξιώματα. Στα 25 του χρόνια ήταν κιόλας υποδιευθυντής και κάλυπτε όλες τις ανάγκες μιας εφημερίδας όπως το χρονογράφημα το κύριο άρθρο και την ειδική αποστολή. Την εποχή εκείνη στο Έθνος ο Μπράν έγραφε «Ο Γρανίτσας, ήταν ο κάλλιστος χρονογράφος, ο αρθρογράφος, ο μυθοπλάστης, ο νεώτερος Ρουμελιώτης Αίσωπος, ο οικονομολόγος, ο πολιτικός». Και ο Χρήστος Καμπάνης στην εφημερίδα «Εσπερινόν Νέον Άστυ» σημείωνε: «Είχε κεφαλή ορεινού, προφορά ορεινού, συμπεριφορά και διανοητικότητα ορεινού». Και σε άλλο σημείο, δραματικός συγγραφεύς, συγγραφεύς επιθεωρήσεων. 

Έπειτα βουλευτής. Αρχηγός ανταρτικού σώματος κατά τον πρώτον πόλεμον. Κατόπιν ανώτερος υπάλληλος εις την γενικήν διοίκησην Ιωαννίνων….». Ο Παύλος Νιρβάνας επίσης σε σχετικό του άρθρο σημειώνει: «Όσοι είχαν γνωρίσει τον Γρανίτσαν είχαν γνωρίσει τον άνθρωπον τον αγνόν, τον τίμιον και τον ειλικρινή, τον χαρακτήρα τον άσπιλον, την θερμήν καρδίαν του φίλου…».

Το 1905, στην επανάσταση του Θέρισου, επισκέφτηκε την Κρήτη και γνωρίστηκε προσωπικά με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Λέγεται ότι κατά την επίσκεψή του αυτή προσπάθησε και κατόρθωσε να πείσει τον Ελευθέριο Βενιζέλο να ανέβει στην Αθήνα και να αναλάβει τις τύχες της Ελλάδας. Το 1911, σε ηλικία μόλις 26 χρόνων, εκλέχτηκε βουλευτής του Νομού Αιτωλοακαρνανίας στον οποίο ανήκε τότε η επαρχία Ευρυτανίας και υπήρξε ένας από τους βασικούς και πιστούς συνεργάτες του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου.

Μάλιστα εκτιμώντας την συγκρότηση του ανδρός, το πάθος, την δραστηριότητά του και τις ολοκληρωμένες γνώσεις του περί των γεωργοκτηνοτροφικών ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε σκοπό να τον χρήσει Υπουργό Γεωργίας αφού πρώτα αποσπούσε από το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας τον τομέα αυτό. Για την ανάμειξή του στην πολιτική ο ΝΟΥΜΑΣ της εποχής εκείνης έγραφε: «Νέοι άνδρες μπαίνουν στην Εθνοσυνέλευση, άνδρες με χαρακτήρα και μόρφωση, με νέες ιδέες και όρεξη να δουλέψουν ειλικρινά και τίμια για την αναγέννηση του τόπου». Αλλά και οι νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι του 1912-1913, όχι μόνο δεν αφήκαν αδιάφορο το Στέφανο Γρανίτσα, αλλά ο ίδιος αφήνοντας πίσω του μια λαμπρή σταδιοδρομία, έτρεξε στα βουνά της Ηπείρου όπου αυτοβούλως ίδρυσε αντάρτικο σώμα υπό την διοίκηση του Μπότσαρη αρχικά και αργότερα, λόγω ασθενείας του πρώτου, του Σουλιώτη Αντισυνταγματάρχη Μηχανικού Χρήστου Μαλάμου, και πολέμησε με ηρωισμό και αυταπάρνηση τον εχθρό. Για αυτή του την πράξη η εφημερίδα Πατρίς στο φύλλο της 9ης Νοεμβρίου 1912 γράφει: « Από τας Αθήνας χαιρετίζομεν με συγκίνησιν ένα ευγενή πολεμιστήν των Ηπειρωτικών βουνών, τον Στέφανο Γρανίτσαν.

Μόλις ήναψε το ντουφέκι επάνω εις τα σύνορα, η ψυχή του Ρουμελιώτου εξύπνησε και ο καλός Στέφανος αφήκεν και Βουλήν και νόμους και ποιήματα και λαογραφίαν και εχάθη. Που επήγαινεν; Άγνωστον. Πάντως εις τον πόλεμον. Τώρα μας δίδει την πρώτην είδησίν του. Επί ένα μήνα σχεδόν εμάχετο με τους άνδρας του εις τα Ηπειρώτικα βουνά ο ευγενής συνάδελφος και καλός φίλος». Όμως στις 13 Σεπτεμβρίου του 1915 ημέρα Κυριακή ο Στέφανος Γρανίτσας σε ηλικία μόλις 35 ετών άφηνε στην Αθήνα την τελευταία του πνοή. Γράφτηκε ότι ο θάνατός του προήλθε από τύφο. Η κηδεία του έγινε την άλλη μέρα. Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου και ώρα 10.30 το πρωί στον Ι. Ν. Αγ. Γεωργίου Καρύτση. Οι στενότεροι συγγενείς του ήταν ο πατέρας του, η μητέρα του και τα τρία του αδέλφια Νικόλαος, Δημοσθένης και Αθανάσιος. Την κηδεία του παρακολούθησαν όλοι οι Υπουργοί, όλοι οι ευρισκόμενοι στην Αθήνα βουλευτές, πολλοί επίσημοι και πλήθος κόσμου. Στεφάνια κατέθεσαν εκτός των άλλων ο πρωθυπουργός της Ελλάδος Ελευθέριος Βενιζέλος, η Βουλή των Ελλήνων και οι εν Αθήναις ευρυτάνες. Τον επικήδειο εκφώνησε ο συνάδελφός του Ανδρέας Πουρνάρας.

Οι αρθρογράφοι και οι χρονογράφοι της εποχής ασχολήθηκαν όλοι με τον απρόσμενο θάνατο του Στέφανου Γρανίτσα και στάθηκαν ιδιαίτερα στο μεγάλο κενό που άφησε στη δημοσιογραφία, τη λογοτεχνία, την ποίηση, την πολιτική. Όλοι παραδέχονταν ότι ο Στέφανος Γρανίτσας, σε τόση μικρή ηλικία είχε κατακτήσει την Αθηναϊκή κοινωνία και με τα γραπτά του και την αγνή, ανιδιοτελή και ηρωική συμπεριφορά του είχε σκορπίσει νότα αισιοδοξίας για το μέλλον του Ελληνικού λαού. Με τις πράξεις και τις ενέργειές του μέσα στο τόσο σύντομο βίο του Στέφανος Γρανίτσας άφησε πίσω του βαριές παρακαταθήκες. Παρακαταθήκες φιλοπατρίας και ηρωισμού μέσα από την αυθόρμητη και εντελώς ξαφνική παρουσία του στο πολεμικό μέτωπο των Βαλκανικών πολέμων, αλληλεγγύης, ανθρωπίνων σχέσεων και στήριξης των αδυνάτων και των φτωχών με την ακούραστη δημοσιογραφία του και τα καθημερινά χρονογραφήματά του αλλά και εργατικότητας και ζωηρού ενδιαφέροντος για τα δίκαια του συνόλου του ελληνικού λαού μέσα από τη σύντομη πολιτική του σταδιοδρομία. Να γιατί αναπολούμε το παρελθόν και τις καλές παλιές εποχές. Να γιατί ο νους μας, η σκέψη μας και η ψυχή μας ολόκληρη γυρίζει συχνά στα παλιά τα χρόνια και ψάχνει και ερευνά και ανακαλύπτει αλήθειες, ηρωικές πράξεις, φιλότιμες ενέργειες, ανθρώπους με ήθος, με φιλότιμο, με τιμιότητα και ειλικρίνεια. Να γιατί επιζητούμε να ζούμε, έστω και με την φαντασία μας τα κατορθώματα και τις ηρωικές πράξεις κάποιων φωτισμένων ανθρώπων που δυστυχώς σήμερα λείπουν από τη δική μας εποχή.

Οι πολιτικοί άνδρες της εποχής εκείνης ήταν αληθινοί, νομοταγείς, ευπρεπείς, γνήσιοι πατριώτες και με την ανώτερη συμπεριφορά τους ξεχώριζαν και χαρακτήριζαν τη σχέση τους με την κοινωνία. Είχαν οράματα, φιλοδοξίες, υγιείς σκέψεις και ιδέες που ξεδιπλώνονταν απλόχερα μπροστά στην ανάγκη υπεράσπισης των ιδανικών της θρησκείας, της πατρίδας και της οικογένειας. Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου διακήρυττε με κάθε ευκαιρία ότι κύριος και μοναδικός κριτής των σκέψεων, των λόγων και της εν γένει συμπεριφοράς του είναι το κοινό, στο οποίο και έδιδε πολλή μεγάλη σημασία. Η πατρίδα ήταν το υπέρτατο ιδανικό και ο καθένας ήταν έτοιμος να θυσιαστεί για τη σωτηρία της. Τα νικηφόρα αποτελέσματα στους κατά καιρούς πολέμους δεν ήταν αποτελέσματα μόνο κυβερνητικών επιλογών, αλλά το πλείστον ήταν προσπάθεια και αγώνας του καθενός για τη σωτηρία της πατρίδας του. Ήταν μια ανώτερη πνευματική και ψυχική ανάταση των πολιτών που μπροστά από τον κίνδυνο της πατρίδας θέριευε και ξεχείλιζε σαν φουρτουνιασμένος χείμαρρος και παρέσυρε στο διάβα του ότι έβρισκε. 

 

(*) Ο Παναγιώτης Δ. Μακρής είναι Γεωπόνος Τ.Ε / Χημικός-Οινολόγος M.Sc.

Υποψήφιος Διδάκτωρ Χημείας