του Βαγγέλη Χαρμπή*

Τα τελευταία χρόνια και πάντως τώρα, βιώνουμε οδυνηρά τις συνέπειες των οικονομικών, κοινωνικών, περιβαλλοντικών και συμπεριφορικών αλλαγών.

Τις αλλαγές αυτές αποτυπώνει με την εγκυρότητα της σφραγίδας του ο  Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) που επισημαίνει ότι η οικονομική κρίση, οι κοινωνικές ανισότητες, η γήρανση του πληθυσμού, η υψηλή επίπτωση χρόνιων εκφυλιστικών νοσημάτων, οι μεταναστευτικές - προσφυγικές ροές, οι περιβαλλοντικές απειλές με την κλιματική αλλαγή επηρεάζουν καθοριστικά την υγεία μας.
Η διαπίστωση του ΠΟΥ δεν είναι καινοφανής. Ανάγεται στην Ιπποκράτειο ιατρική που σχετίζει την κατάσταση της υγείας του πληθυσμού με τη νοοτροπία, τη διατροφή και τον τρόπο ζωής.
Όλα εμφανίζονται ως αλυσίδα. Η αλυσίδα με τους κύκλους ζωής που όταν σπάσει ένας από αυτούς, χάνεται η συνέχεια.
Ευθύνη και καθήκον της πολιτείας και ιδίως των φορέων και δομών  της Δημόσιας Υγείας είναι η επιμήκυνση και η ποιότητα  ζωής, η προαγωγή της φυσικής υγείας.
Ευθύνη και καθήκον των λειτουργών της Δημόσιας Υγείας είναι ο έλεγχος των λοιμωδών νοσημάτων, η έγκαιρη διάγνωση και προληπτική θεραπεία των νόσων.
Οι ολοκληρωμένες και αποτελεσματικές πολιτικές δημόσιας υγείας, εκκινούν  από την άρτια πρωτοβάθμια φροντίδα και καταλήγουν σε υψηλού επιπέδου νοσοκομειακή περίθαλψη.
Η οργάνωση της δημόσιας υγείας αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της καθολικότητας στην πρόσβαση και άρσης των ανισοτήτων στην περίθαλψη και φροντίδα.
Η δημόσια υγεία είναι ευθύνη και καθήκον της πολιτείας. Πάροχοι δημόσιας υγείας είναι είτε οι ιδιώτες, είτε οι νοσοκομειακοί γιατροί.  
Από  διάφορες έρευνες και μελέτες καθώς και από την προσωπική μου  εμπειρία ως γιατρού και προέδρου του ΙΣΑ,  πλέον πιστεύω ακράδαντα ότι η αναβάθμιση και επέκταση των δυο βασικών πυλώνων του συστήματος - Πρωτοβάθμια φροντίδα- Νοσοκομειακή περίθαλψη- αποτελεί όχι μόνο θεμελιώδη παράγοντα βελτίωσης της ποιότητας ζωής, αλλά και βασική προϋπόθεση επιβίωσης και αναβάθμισης της Δημόσιας Υγείας στη χώρα μας.
Πρόσθετος- ένεκα συγκυρίας- λόγος ανάπτυξης του μοντέλου αυτού, είναι και η παρατεταμένη οικονομική κρίση που έχει ως συνέπεια την  αύξηση της ζήτησης για παροχές υπηρεσιών υγείας από τις δημόσιες δομές που εν προκειμένω είναι σχεδόν αποκλειστικά τα νοσοκομεία.
Η έλλειψη σοβαρής πρωτοβάθμιας υποδομής υγείας συχνά- πυκνά και ιδίως σε κρίσιμες περιόδους έξαρσης, προκαλεί ασφυξία στα νοσοκομεία.   Προκαλεί επίσης και  οικονομική στενότητα στο όλο σύστημα,  καθώς άλλο είναι το κόστος απλών ιατρικών πράξεων σε δομές πρωτοβάθμιας υγείας και άλλο στα νοσοκομεία.
Και φυσικά στις σημερινές συνθήκες δημοσιονομικής πειθαρχίας η ισορροπία του συστήματος είναι πολιτικό ζητούμενο με κοινωνικές προεκτάσεις.  Η Πολιτεία και η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει  να προστατεύσει και να διαφυλάξει το αγαθό της υγείας που αποτελεί  άλλωστε  δικαίωμα και προϋπόθεση για την συνέχεια μιας κοινωνίας.
Η αναφορά στην επανεκκίνηση του συστήματος Δημόσιας Υγείας  γίνεται με αφορμή και τις εξελίξεις που σχετίζονται αφενός με τον κοροναϊό (COVID 19) αφετέρου δε με το προσφυγικό-μεταναστευτικό που ενδεχομένως σε κάποια σημεία συνδέονται προβάλλοντας  το πρόβλημα.
Γνωρίζουνε ιστορικά ότι οι  επιδημίες δεν είναι καινούργιες. Συντροφεύουν τον άνθρωπο σε όλη τη διαδρομή του. Ήταν πολλές και φονικές. Για παράδειγμα,  η  πανώλη ή «µαύρος θάνατος» που ξέσπασε το 1348 και για περίπου 5 χρόνια αρχικά στην Ιταλία και απλώθηκε ταχύτατα σε τρεις Ηπείρους, σκότωσε  σχεδόν το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ευρώπης.
Αστικοποίηση
Οι συνθήκες αλλάζουν ραγδαία και οι άνθρωποι της υπαίθρου πλέον συγκεντρώνονται σε μεγάλες κοινότητες. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια ανοδική πορεία της αστικοποίησης με συνέπεια τη δημιουργία των αποκαλούμενων megaπόλεων. Πόλεις με 30 ή και 35 εκατ. ανθρώπους  που ζουν, κινούνται και εργάζονται σε περιορισμένους και άρα επικίνδυνους χώρους.   
Τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης πόλης δηλαδή τα απόβλητα, ο θόρυβος, η έλλειψη χώρου, καθώς και η κοινωνική αποδιοργάνωση, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες κινδύνου για τη δημόσια υγεία. Και μολονότι αρκετές επιδημίες έχουν μειωθεί και σε αρκετές χώρες έχουν εξαλειφθεί, ως αποτέλεσμα της περιβαλλοντικής υγιεινής, εν τούτοις σύγχρονες επιδημιολογικές μελέτες συνδέουν σαφώς την επανεμφάνισή τους με περιβαλλοντικούς παράγοντες που επικρατούν έως και σήμερα σε αρκετές υπανάπτυκτες ή και αναπτυσσόμενες χώρες.
Η ραγδαία ιατρική πρόοδος δε σταμάτησε την εμφάνιση επιδημιών. Οι εμβολιασμοί είχαν τη μεγαλύτερη επίδραση στη μείωση των λοιμωδών νοσημάτων τον 20ό αιώνα και από τότε έχουν συμβάλλει στην άμβλυνση της παιδικής θνησιμότητας και της νοσηρότητας.  
Εν τούτοις, κάποια άλλα νοσήματα  παραμένουν ανεξέλεγκτα.
Επίσης, η παρασκευή  των αντιβιοτικών συνέβαλε καθοριστικά  στη δραματική μείωση των θανάτων από λοιμώδη νοσήματα. Για παράδειγμα  η θνησιμότητα από φυματίωση σε μόλις δέκα χρόνια υποτετραπλασιάστηκε στη δεκαετία 1945-55.
Από την άλλη πλευρά η  κατάχρηση αντιβιοτικών συνέβαλε στην  ανάπτυξη ανθεκτικών μικροβίων ή στη μετάλλαξή τους, ενισχύοντας τον κίνδυνο εξάπλωσης νέων επιδημιών.
Η εμφάνιση του AIDS μαζί με την επανεμφάνιση κλασικών λοιμωδών νοσημάτων, όπως της φυματίωσης, της διφθερίτιδας, της ελονοσίας, της ιλαράς  αποτελούν  χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της εξέλιξης και διαμορφώνουν ένα νέο πρόβλημα δημόσιας υγείας στις αναπτυγμένες χώρες.
Τα τελευταία χρόνια παγκοσμίως, φυσικά και στην Ελλάδα σημειώνονται μεγάλες  ανακατατάξεις πληθυσμών λόγω προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών από Ασία και Αφρική.  Οι δυστυχισμένοι αυτοί άνθρωποι πέραν των άλλων προβλημάτων, στη συντριπτική πλειονότητά τους καταλήγουν σε χώρους που ευνοούν τη διάδοση νοσημάτων. Ζουν σε ακατάλληλες συνθήκες υγιεινής με μολυσμένο νερό και υπερβολικό συνωστισμό.  Οι άνθρωποι αυτοί ακόμη και αμ υιοθετήσουν το δυτικό πρότυπο ζωής,  λόγω της κοινωνικοοικονομικής τους κατάστασης δεν έχουν την ίδια πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, στην πληροφόρηση και στην εκπαίδευση…
 Έτσι, ευνοείται η διάδοση μολυσματικών νόσων, που προσιδιάζει  με τον τρόπο διάδοσης της πανώλης το 14ο αιώνα στην Ευρώπη και της χολέρας το 19ο και 20ό αιώνα. Η ανακάλυψη και η διάδοση του ιού HIV τη δεκαετία του 1980, αλλά και η επανεμφάνιση της φυματίωσης και της ελονοσίας, έχουν συνδεθεί με μετακινήσεις πληθυσμών, επαναφέροντας τον εφιάλτη της εποχής των λοιμωδών νοσημάτων.
Η μετακίνηση πληθυσμού, από την άλλη πλευρά, αλλάζει γενικά τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής των ανθρώπων. Τα νέα δεδομένα, οι μετακινήσεις, οι mεgaπόλεις και συνολικά οι  δημογραφικές πληθυσμιακές ανακατατάξεις απαιτούν άμεσες και αποτελεσματικές μεταρρυθμίσεις των πολιτικών και των μοντέλων παροχής δημόσια υγείας.
Πρακτικά αυτό σημαίνει αναδιοργάνωση των δημόσιων και ιδιωτικών δομών υγείας, με απαράβατες προϋποθέσεις τις αυξημένες δαπάνες και τη συμμετοχή  του συνόλου της επιστημονικής κοινότητας, των οργανωμένων φορέων και των κοινωνικών συλλογικοτήτων  καθώς και των μέσων μαζικής ενημέρωσης.  
Τα προβλήματα που αναδεικνύονται ξαφνικά απαιτούν άμεσες και καλά επεξεργασμένες  λύσεις. Λύσεις που θα αποτελούν κεφάλαια ενός ενιαίου στρατηγικού σχεδιασμού το οποίο θα απαντά στα πιεστικά αιτήματα της κοινωνίας των πολιτών.   
Αλλά ως γιατρός συχνά διαπιστώνω  ότι οι δυνατότητες της θεραπευτικής και νοσοκομειακής Ιατρικής είναι πεπερασμένες και περιορισμένες έναντι των μειζόνων πιεστικών συγκυριακών προβλημάτων. Και γι` αυτό καθίσταται επιτακτικότερη και αποτελεσματικότερη η  σχεδίαση και υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου συστήματος υγείας με έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα.
 Και προφανώς, είναι ανάγκη, κοινωνική ανάγκη να εξασφαλιστεί η αλληλεγγύη των γενεών μέσω της επαρκούς χρηματοδότησης των ασφαλιστικών φορέων. Συνεπώς, εδώ και τώρα μεταρρύθμιση προκειμένου να διασφαλιστεί η  βιωσιμότητά του ιατροφαρμακευτικού και συνταξιοδοτικού μοντέλου.
Η καλύτερη και αποτελεσματικότερη λύση είναι προφανώς  η κοινωνική ανάπτυξη και συνακόλουθα η υλοποίηση  πολιτικών αύξησης της  απασχόλησης. Αλλά αυτό είναι κάτι που ξεπερνά τα όρια του παρόντος άρθρου…  
Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι σε κάποιες περιπτώσεις  οι μετανάστες συνέβαλαν θετικά στις πιεστικές ανάγκες του δημογραφικού προβλήματος και της κοινωνικής ασφάλισης, ιδιαίτερα  σε χώρες με στάσιμο πληθυσμό μέχρι το 2025. Προφανώς για την υιοθέτηση τέτοιων πολιτικών απαιτείται σχεδιασμός, σαφή εκατέρωθεν όρια  και καταπολέμηση των προκαταλήψεων.
Ακόμη και στην Ελλάδα της κρίσης, της φτώχειας και της ανεργίας υπάρχουν ήδη παραδείγματα αρμονικής συνύπαρξης Ελλήνων και προσφύγων-μεταναστών. Μια τέτοια περίπτωση είναι η δομή φιλοξενίας στη Φιλιππιάδα. Παρά τις αρχικές περιορισμένες φοβικές ενστάσεις, η κοινωνία των πολιτών αποδέχθηκε τους πρόσφυγες- μετανάστες οι οποίοι από την πλευρά τους σέβονται τα ήθη, τα έθιμα και τον τρόπο ζωής των Ελλήνων. Σχεδόν όλα τα προσφυγόπουλα παρακολουθούν το εκπαιδευτικό πρόγραμμα και μάλιστα κατέχουν την πρώτη θέση  σε πανελλαδικό επίπεδο.
Η εκπαίδευση θεωρείται σημαντικό στοιχείο για την προάσπιση της ανθρώπινης υγείας και την αρμονική συνύπαρξη των λαών.
Και ως γιατρός θεωρώ ότι ο πλέον αποτελεσματικός τρόπος ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών σε θέματα δημόσιας υγείας είναι το εκπαιδευτικό σύστημα, ειδικά όταν ενσωματώνει σχετικά προγράμματα.
Η πανδημία είναι η παγκοσμιοποιημένη μορφή  μιας νόσου. Είναι σύμπτωμα του σύγχρονου τρόπου ζωής που όμως αυτός ο κόσμος και αυτή η εξέλιξη μας δίνουν  πολλά όπλα για να επικρατήσουμε. Ο κόσμος μας είναι παγκόσμιος. Όπως και οι αρρώστιες μας. Παγκόσμια, επίσης, είναι και η προσπάθεια για την αντιμετώπιση τέτοιων προβλημάτων. Αργά η γρήγορα και μάλλον γρήγορα θα νικήσουμε και τον κοροναϊό.  Είναι ακόμη μια μάχη στον αέναο πόλεμο της ανθρωπότητας έναντι των  ιών που γεννιούνται και πεθαίνουν επηρεαζόμενοι καθοριστικά  από τον πολιτισμό  και τον σύγχρονο τρόπο ζωής μας.   
Την πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου, ευτυχώς, έχει κατανοήσει η επιστημονική κοινότητα που πέρα από τα φάρμακα και τα εμβόλια υπεισέρχεται στο DNA της ανθρωπότητας προκειμένου να αλλάξει πρακτικές, νοοτροπίες, αντιλήψεις.
Οι επιδημίες, όπως και πολλές άλλες νέες ή και παλιές αρρώστιες θα πορεύονται μαζί μας στα βάθη των αιώνων  και εμείς αυτό που τώρα  ελπίζουμε είναι σύντομα  να πάψουν να προκαλούν πανικό και δομικές αλλαγές σε ανθρώπινες συνήθειες και συμπεριφορές. Και ίσως κάποτε να μπορούμε άφοβα να φιλάμε το παιδί μας και να σφίγγουμε το χέρι των  φίλων μας.

 

*Ο Βαγγέλης Χαρμπής είναι γιατρός, Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Άρτας