Στην παρουσίαση του βιβλίου «40 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΩΝΤΑΣ» και της εφημερίδας ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ της Άρτας, που έγινε την περασμένη Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022, στην καφετέρια ΒΥΖΑΝΤΙΟ, δόθηκε η ευκαιρία σε πολλούς και ειδικότερα στους παρουσιαστές του, να κάνουν ενδιαφέρουσες αναφορές στο χθές, το σήμερα και το αύριο του τοπικού Τύπου της Άρτας, αναφορές που δεν περιορίστηκαν στα στενά πλαίσια μιας βιβλιοπαρουσίασης.
Και αυτές οι αναφορές έγιναν από συμπολίτες μας, που είχαν πολύχρονη σχέση με τα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης και έχουν ενεργό παρουσία σε αυτά με προσωπικά τους άρθρα.
Τις εν λόγω αναφορές θα τις διαβάσετε στα κείμενα των παρουσιάσεων από τον πρώην δήμαρχο ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΛΕΞΗ, τον καθηγητή και αρθρογράφο ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΛΙΑΤΣΟ και τον εκδότη του βιβλίου ΛΕΥΤΕΡΗ ΣΤΑΣΙΝΟ.
Συντονιστής της εκδήλωσης ήταν ο δικηγόρος και εκδότης της τοπικής εφημερίδας «ΑΠΟΨΗ» ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΪΝΤΑΣΗΣ και ο οικονομολόγος, αρθρογράφος και πολιτευτής του ΠΑΣΟΚ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΜΠΙΠΗΣ.
Ο πρώτος περιορίστηκε στη δημοσιογραφική διαδρομή του Λευτέρη Στασινού, στα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης, χαρακτήρισε τη παρουσία του σημαντική στον τομέα της ενημέρωσης και την όλη δημοσιογραφική του δουλειά, δημιουργική και αξιόλογη, στην ανάδειξη, προβολή και αντιμετώπιση πάρα πολλών τοπικών ζητημάτων και προβλημάτων.
Από την πλευρά του ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΜΠΙΠΗΣ τόνισε το ύφος και το ήθος της δημοσιογραφικής γραφής του Λ.Σ., χωρίς ακρότητες, με σεβασμό στα πρόσωπα και κυρίως χωρίς σκοπιμότητες και αβασάνιστες εκτιμήσεις και απόψεις σε βάρος προσώπων και καταστάσεων. Ακόμη είπε ότι από προσωπική εμπειρία ως πολιτευτής, η όποια συνεργασία του μαζί του, ήταν σε επίπεδα αμοιβαία εμπιστοσύνης και σε όλα τα επίπεδα.
Πέραν από τους προαναφερόμενους που έκαναν και την βιβλιοπαρουσίαση, παραβρέθηκαν ο Δήμαρχος Αρταίων ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΙΡΟΓΙΑΝΝΗΣ, ο αντιδήμαρχος ΣΩΤΗΡΗΣ ΧΡΗΣΤΟΥΛΗΣ, οι δημοτικοί σύμβουλοι ΒΙΚΥ ΒΑΣΙΛΑΚΗ και ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΛΙΟΓΚΑΣ, ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Άρτας ΜΙΧΑΛΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Άρτας ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΡΜΠΗΣ, ο πρώην βουλευτής και δικηγόρος ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΡΚΑΣ, οι πολιτευτές ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ και ΝΤΙΝΟΣ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, ο διεκδικών θέση στο ψηφοδέλτιο Άρτας του ΠΑΣΟΚ ΣΩΤΗΡΗΣ ΝΑΚΑΣ, ο πρώην Νομάρχης Άρτας ΛΑΜΠΡΟΣ ΡΙΖΟΣ, ο οποίος χαιρέτισε την εκδήλωση και με τα λεγόμενά του έδωσε ένα τόνο συγκίνησης στην ατμόσφαιρα, ο πρώην αντινομάρχης και πρόεδρος του Ερυθρού Σταυρού Άρτας ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ και εκ μέρους του υφυπουργού ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΤΥΛΙΟΥ η σύζυγός του ΝΑΝΤΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ.
Χαιρετιστήρια μηνύματα απέστειλαν και αναγνώσθηκαν ο υφυπουργός Γ. ΣΤΥΛΙΟΣ και ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΚΑΣ.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΛΕΞΗ:
«Κυρίες και κύριοι,
Βρίσκομαι στο πάνελ της παρουσίασης του βιβλίου του φίλου μου Λευτέρη Στασινού, «40 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΩΝΤΑΣ», ενός βιβλίου, που το περιεχόμενό του, είναι εκείνο που χρειαζόμαστε, στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε.
Υπάρχουν κείμενα δικά του και φίλων και συνεργατών της εφημερίδας του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ», που θα είναι πάντα επίκαιρα, γιατί είναι κείμενα ζωντανά, αιχμηρά, ουσιαστικά και διαχρονικά χωρίς ακρότητες, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς στοχεύσεις, που προσβάλουν πρόσωπα ή που στοχεύουν σε αβασάνιστες απαξιώσεις κινήσεων και πρωτοβουλιών εκείνων που τοπικά ασχολούνται με τα κοινά.
Γνωριζόμαστε με τον Λευτέρη πολλές δεκαετίες, συνεργαστήκαμε σε πολλές περιπτώσεις για ζητήματα και προβλήματα της περιοχής μας, επιζητούσα τις συμβουλές και τις απόψεις του, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επηρέαζαν πάντοτε και τις όποιες αποφάσεις μου.
Είχε αποδεδειγμένα εμπειρίες και γνώσεις, πάνω στην τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά και γύρω από το τοπικό πολιτικό γίγνεσθαι.
Υπήρξε ο εξ απορρήτων συνεργάτης και σύμβουλος των αείμνηστων δημάρχων Αρταίων Νίκου Σιμεντζή και Κώστα Βάγια, και για ένα διάστημα και δικός μου.
Στον τομέα της τοπικής δημοσιογραφίας είχε καθιερώσει και επιβάλει κανόνες, πολύ πιο πρίν από το νόμο περί των προσωπικών δεδομένων.
Οι παλιοί αρτινοί θα θυμούνται υποτιθέμενο «ρόζ σκάνδαλο», το οποίο απασχόλησε την τοπική κοινωνία αλλά και το πανελλήνιο και πολλές δεκάδες δημοσιεύματα της εποχής μιλούσαν γι’ αυτό, με τους πιο άσχημους χαρακτηρισμούς, για εκείνους που υποτίθεται ήταν πρωταγωνιστές αυτού του σκανδάλου.
Και ποιοι ήταν αυτοί; Συμπολίτες μας επιχειρηματίες, επαγγελματίες και επιστήμονες, καταξιωμένοι κοινωνικά, οι οποίοι στοχοποιήθηκαν, στιγματίστηκαν και δυσφημίστηκαν για πολλά χρόνια.
Τότε ο Λευτέρης Στασινός και ο «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ» πήγαν κόντρα σε εκείνο το κύμα ανθρωποφαγίας, κατά συμπολιτών μας, πήγαν κόντρα σε αυτά που όλοι πίστευαν ότι είχαν συμβεί και κέρδισαν την αντιπάθεια και τον χαρακτηρισμό… «πουλημένοι».
Αλλά άντεξαν και στο τέλος δικαιώθηκαν, χωρίς ύπαρξη νόμων περί Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.
Κι επειδή εκείνες τις εποχές από την Αστυνομία δινότανε στη δημοσιότητα και τα ονόματα εκείνων που εμπλέκονταν σε παράνομές ή παράτυπες πράξεις, ο Λευτέρης Στασινός στα κείμενά του, συνειδητά δεν τα έγραφε, εκτός των περιπτώσεων εκείνων που αφορούσαν σοβαρά αδικήματα.
Γιατί αν μια απερισκεψία της στιγμής ή κάποιο λάθος ενός νέου ανθρώπου, ενός γονιού ή ενός επαγγελματία, γράφονταν στις τοπικές εφημερίδες, με τα ονόματά τους, αυτό θα τους ακολουθούσε σε όλη τους τη ζωή, ότι κι αν κάνανε, ακόμα και αν αθωώνονταν από τα δικαστήρια ή αποδεικνύονταν ψεύτικες οι καταγγελίες ή οι κατηγορίες σε βάρος τους.
Εκεί βέβαια που πραγματικά είχε καλές δημοσιογραφικές επιδόσεις ήταν στα παραπολιτικά του σχόλια «ΠΑΡΑΤΗΡΩΝΤΑΣ» που υπέγραφε ως ΛΕ-ΣΤΑΣ.
Με χιούμορ, με ελάχιστες λέξεις και με επιτρεπτές υπερβολές, παρουσίαζε όλα τα γεγονότα.
Ήταν και είναι η στήλη που διαβάζεται με ευχαρίστηση και με ενδιαφέρον.
Στο βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα υπάρχουν και τρία αφιερώματα ιδιαίτερα εντυπωσιακά, όπως:
Το κέντρο «ΕΛΑΤΟΣ» στην Αθήνα από το οποίο, όλοι οι παλιοί αρτινοί έχουν περάσει και από το οποίο αναδείχτηκαν πολλοί αρτινοί και ηπειρώτες μουσικοί και τραγουδιστές του δημοτικού τραγουδιού.
Τη φαρμακοβιομηχανία UNI-PHARMA, που ιδρύθηκε από τον αείμνηστο αρτινό Κλέωνα Τσέτη και σήμερα διευθύνεται από τις κόρες του και που πρωταγωνιστεί σε Ελλάδα, Ευρώπη και όχι μόνο, στην έρευνα και στην παραγωγή φαρμάκων.
Και τέλος στην ποτοποιία «ΓΑΤΣΙΟΣ» που ιδρύθηκε πρίν από 110 χρόνια περίπου και είναι πιο παλιά και από την ποτοποιία ΜΕΤΑΞΑ.
Δεκάδες είναι οι συνεντεύξεις που φιλοξενεί αυτό το βιβλίο, από πρόσωπα που ασχολούνται με τα κοινά, συνεντεύξεις που δίνουν και το στίγμα εκείνων που τις παραχώρησαν, χρήσιμο για όλους τους αρτινούς πολίτες.
Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα, δεν χρειάζεται να κουράσω περισσότερο.
Το βιβλίο «40 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΩΝΤΑΣ», προσωπικά το θεωρώ σπουδαίο και ανεπιφύλακτα συνιστώ να το αποκτήσετε.
Αξίζει να το έχετε στη βιβλιοθήκη σας, αξίζει να το κάνετε δώρο σε φίλους και γνωστούς.
Σας ευχαριστώ».
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΚΟΛΙΑΤΣΟΥ:
«Όταν ο Λευτέρης μου πρότεινε να είμαι μεταξύ των φίλων της σημερινής παρουσίασης του τελευταίου βιβλίου του, «40 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΩΝΤΑΣ» αποδέχτηκα αμέσως την πρόταση.
Και ξέρετε γιατί; Γιατί, σκέφτηκα, να η ευκαιρία να ανταποδώσω στον ΛΕΥΤΈΡΗ τα όσα… κακά κατά καιρούς έγραψε για μένα παρατηρώντας και τη δική μου πορεία στα πολιτικά, αυτό-διοικητικά και δημοσιογραφικά τεκταινόμενα της Άρτας.
ΑΣΤΕΙΕΥΟΜΑΙ; Εσείς, αγαπητές/οί φίλες/οι θα το κρίνετε από τη συνέχεια.
Γιατί κακά τα ψέματα, αλλά ο δημοσιογράφος Λευτέρης Στασινός κατά τη μακρά πορεία του, δεν άφησε τίποτε να πέσει κάτω.
Και ανεξάρτητα από το αν η κριτική του ήταν ορθή ή λάθος, αν συμφωνούσε ή διαφωνούσε κανείς μαζί του, εκείνος είχε την παρρησία να την πάει μέχρι τέλους.
Οι παρατηρήσεις του, ωστόσο, στον εμβληματικό «ΠΡΑΤΗΡΗΤΗ» και αργότερα στον «Νέο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ» ήταν πάντοτε γραμμένες με ευπρέπεια και ισχυρή επιχειρηματολογία.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι απέναντι σε πρόσωπα που κατά την εκτίμησή του το δικαιούνταν, ενίοτε ήταν λιγότερο αντικειμενικός, αν όχι υποκειμενικός.
Γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, αλλά ο Λευτέρης τα πρώτης γραμμής τοπικά πολιτικά, κομματικά ή και αυτό-διοικητικά στελέχη, που προσωπικά εκτιμούσε, και πίστευε ότι πρόσφεραν ή θα προσφέρουν στην Άρτα, επέλεξε να τα υπερασπίζεται από τι στήλες του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ» με πάθος και πρωτόγνωρη ιδεολογικό-πολιτικό- κομματική «ανεξίθρησκη» διάθεση.
Από τους αείμνηστους Αρτινούς πολιτικούς: Π. Γαρουφαλιά, Δ. Καρατζένη, Ντίνο Παπαδημητρίου, Αλέκο Λιαροκάπη, Γιώργο Παπαγεωργίου, Δ. Τσοβόλα.
Τους επίσης αείμνηστους τ. Δημάρχους: Ν. Σιμεντζή, Κ. Βάγια.
Και τους νεότερους ζώντες Αρτινούς κοινοβουλευτικούς και αυτό-διοικητικούς: Θ. Κονταξή, Λ. Παπαδημητρίου, Θ. Κολιοπάνο, Αλέξη Τσίπρα, Β. Τσίρκα, Όλγα Γεροβασίλη, Λ. Ρίζο, Κική Σακκά, Τάκη Παπαγεωργίου, Πάνο Οικονομίδη, Γιώργο Παπαβασιλείου, Β. Ψαθά, Χρ. Τσιρογιάννη κ.ά.
Κανείς τους δεν αδικήθηκε από την παρατηρητική γραφίδα του Λευτέρη. Αντίθετα μπαίνοντας στο στόχαστρο της κριτικής του, κάποιοι μάλλον ορθά υμνήθηκαν για την προσφορά τους ή δίκαια επικρίθηκαν για τις παραλείψεις τους, αλλά και ενθαρρύνθηκαν να κάνουν περισσότερα για την ξεχασμένη Άρτα και τους ανθρώπους της.
Μάλιστα κατά τον αείμνηστο φαρμακοποιό και λόγιο Γιώργο Αναλογίδη, τα στελέχη που συμπαθούσε ιδιαίτερα ο Λευτέρης είχε την δημοσιογραφική μαεστρία, όπου και όταν το χρειάζονταν « να τα λούζει, να τα χτενίζει και αρωματίζει για να τα παρουσιάσει στους αναγνώστες του, από περιποιημένα μέχρι και πολύ όμορφα».
Αλλά για να μην τον αδικούμε ο Λευτέρης υπήρξε και ένας μπροστάρης γνήσιος Αρτινο-λάτρης.
Πάντα με επιμονή, θάρρος και αρθρογραφικό οίστρο υπήρξε ένας κρίσιμος υποστηρικτής των δίκαιων υποθέσεων της Άρτας.
Αλλά και ένας τύπος πολιτικό-κοινωνικό-επιχειρηματικού «ιμπρεσάριου» κάθε ικανού και επιτυχημένου Αρτινού δημιουργού με παρουσία πέρα από τα όρια της Άρτας.
Τα αφιερώματα άλλωστε στην μεγάλη φαρμακοβιομηχανία Unifarma και ειδικότερα στον ιδρυτή της, τον αείμνηστο Κλέωνα Τσέτη, και στις κόρες του Ιουλίας και Ειρήνης που σήμερα την συνδιευθύνουν, όπως στην Ποτοποία «Γάτσιος», στην αλυσίδα Super Market Αγγέλης και στον εμβληματικό «Έλατος», την Αρτινής ιδιοκτησίας ψησταριά στο κέντρο των Αθηνών επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Από το άλλο μέρος, ωστόσο, θέλω να πιστεύω ότι το ερώτημα είναι διαχρονικό και επί της ουσίας παραμένει αναπάντητο…
Αλήθεια η αποστολή του τύπου γενικότερα κρίνεται και αξιολογείται συνολικά μέσα στο χρόνο ή περιπτωσιακά;
«Αν περιοριστεί κανείς σε μια μικρή πολιτική περίοδο, όπου όσα καταγγέλλονται από τον τύπο με θάρρος ή συγκαλυμμένα, για κακοδιοίκηση, για ολιγωρίες, αυθαιρεσίες, ανικανότητες, για σκάνδαλα και απάτες, χτυπούν στον παχυδερμισμό των διοικούντων που παραμένουν ασυγκίνητοι και αμετακίνητοι, τότε, αυθαίρετα, όμως, μπορεί να συμπεράνει, ότι ο τύπος είναι ανίσχυρος. Ότι η φωνή του, δεν είναι άλλο από δημόσιο μονόλογο και αυτό-εκτόνωση», αποφαίνονταν πολλές 10-ετίες πίσω ο αείμνηστος καθηγητής διοικητικού δικαίου Π.Δ Δαγτόγλου. Για να προσθέσει στη συνέχεια: «Αλλά αν σκεφτεί κανείς πόσο επικίνδυνη είναι η φωνή του τύπου απέναντι στην εξουσία, πόσο καταστρεπτική η δύναμή του και όταν ακόμη, υπαινίσσεται ανάμεσα στις γραμμές, γνωρίζουν πολύ καλά οι εκάστοτε κυβερνώντες, ακόμη και οι δικτάτορες. Και τούτο γιατί έχουν πικρή ιστορική γνώση, ότι μια άπιαστη σε λέξεις καταγγελία, διαμαρτυρία, προτροπή, αποκτά δύναμη επανάστασης, γίνεται σύνθημα, ελπίδα, ξυπνά το φρόνημα, εμπνέει το θάρρος, επενεργεί ενωτικά στους καταπιεσμένους, ανοίγει λαγούμια κάτω από τα πόδια του κάθε λογής σφετεριστ ή».
Η αποστολή του τύπου, έγραψε ο Τσέχωφ, λύνοντας την απορία ενός αναγνώστη του, «είναι να επισημαίνει που βρίσκεται το κακό, αλλά ο δημοσιογράφος δεν είναι κοινωνιολόγος, ούτε γιατρός, ούτε ειδικός για να προτείνει λύσεις. Η ευθύνη της διόρθωσης, βαρύνει τους αρμόδιους λειτουργούς, ή εκείνους που τους διευθύνουν, που τους τοποθέτησαν, που τους υποστηρίζουν ή τους ανέχονται».
Όμως θα ήταν υποκρισία αν δεν παραδεχόταν κανείς, ότι υπάρχουν και κακές εφημερίδες και κακοί δημοσιογράφοι. Αυτό, δεν είναι κάτι καινούργιο. Η έννοια της θρησκείας, ωστόσο, της επιστήμης, της φιλοσοφίας, της τέχνης, δεν φθείρονται από έναν ανήθικο ιερέα, από έναν προχειρολόγο, έναν ανόητο, έναν ξυλοσχίστη, ή έναν λογοκλόπο.
Για αυτόν το λόγο είναι ίσως λαθεμένη η άποψη ότι οι εφημερίδες δεν επηρεάζουν τον κρατούντα. Αντίθετα. Όχι μόνο τον επηρεάζουν και τον κάνουν να χάνει τον ύπνο του, αλλά και ενίοτε δίνουν στον κύκλο του, τα όπλα να τον γκρεμίσουν τη δεδομένη στιγμή ή στον λαό με την ψήφο του να τον στείλει σπίτι του.
Ποιος είναι του πατριώτη ο σύμμαχος; Αναρωτιέται ο Βίκτωρ Ουγκώ, για να απαντήσει αμέσως: «Ο Τύπος». Και ποιος είναι του λιποτάκτη και του προδότη το φόβητρο; Πάλι ο Τύπος…
Ξέρω ο Τύπος μισιέται, αλλά αυτός είναι ένας μεγάλος λόγος για να τον αγαπάμε… Όπως ξέρω με τη συκοφαντία, με την κατηγορία, με τη βρισιά τον χτυπούν όλες οι κοινωνικές ανισότητες, όλες οι φαυλότητες, οι δεισιδαιμονίες, οι φανατισμοί και τα μίση, οι μικρότητες…».
Όμως όλα αυτά τα αυτονόητα, φυσικά και αναφέρονται στον τύπο που δεν είναι στρατευμένος στην εκάστοτε πολιτικό- κομματική εξουσία και δεν είναι οικονομικά εξαρτημένος.
Γιατί, αν είναι στρατευμένος, κακά τα ψέματα, η αποστολή του ουσιαστικά γίνεται όργανο προπαγάνδας υπέρ του εξουσιαστή. Το φαινόμενο, δυστυχώς στις μέρες μας είναι έντονο, τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο.
Σήμερα σπανίζει η καλοπροαίρετη και εποικοδομητική κριτική, αντίθετα ο στρατευμένος δημοσιογράφος είτε χαϊδεύει τα αυτιά της εξουσίας είτε την πυροβολεί ασύστολα και άδικα, ανάλογα με το σε πια πλευρά είναι τοποθετημένος.
Ωστόσο κοντά σε αυτή την αθλιότητα έρχεται να προστεθεί και μία ακόμη λιγότερο εμφανής. Πρόκειται, δυστυχώς, για τον επονομαζόμενο γραικυλισμό κάποιων θλιβερών δημοσιογράφων ή δημοσιογραφούντων.
Οι οποίοι, δυστυχώς, ευδοκιμούν ακόμη και σε τοπικό επίπεδο. Μάλιστα στην πρεμούρα τους να «γλείψουν» την εξουσία, όχι μόνο δεν τολμούν να σταθούν κριτικά απέναντί της, αλλά και καταντούν γελοίοι με τα εμετικά καμώματά τους.
« για φύγετε από τη μέση να φωτογραφήσω την κ. Ευθυμίου με τον πρόεδρο… και την περιφερειακή σύμβουλο…», ήταν η παρότρυνση εκπροσώπου τοπικού εντύπου, κατά την τελευταία εκδήλωση στον «Σκουφά». Σκοπός του; Με την δημοσιευόμενη φωτό στην εφημερίδα που εκπροσωπεί, να προσφέρει εκδούλευση στα εικονιζόμενα στελέχη της αυτοδιοίκησης.
«Με συγχωρείς Αντώνη αλλά το άρθρο σου δεν μπορώ να το δημοσιεύσω… Θίγει τον (τάδε) αξιωματούχο και θα μου διαμαρτυρηθεί. Και τον έχω ανάγκη», ήταν τα λόγια φίλου τοπικού εκδότη που επέλεξε την άρνηση στην κριτική, προκειμένου να μην προκαλέσει τον τοπικό ιθύνοντα, ήταν ένα ακόμη περιστατικό που μάλλον εξηγεί την συζητούμενη ανελεύθερη και από φτηνή σκοπιμότητα προκαλούμενη δημοσιογραφική συμπεριφορά Επισημαίνω ωστόσο ότι περιστατικά σαν το πιο πάνω υπήρξαν πολύ περισσότερα τα τελευταία χρόνια
Πάντως κατά κοινή παραδοχή, ο Λευτέρης Στασινός ταυτίστηκε με την εφημερίδα του και για αυτούς που γνωρίζουν περισσότερα, η 40-χρονη πορεία του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ» έχει περάσει κυριολεκτικά από 40 κύματα.
Τα όσα σχετικά καταθέτει ο συγγραφέας στον πρόλογο του βιβλίου του, είναι μία κατάθεση ψυχής, που νομίζω, δίκαια θα τον χαρακτήριζαν πραγματικό ιδεαλιστή δημοσιογράφο και παράλληλα πείσμονα θεράποντα του επαρχιακού τύπου:
«…μαζί με τον Φάνη Μπάρκα, εκείνο το μακρινό 1978, τολμήσαμε με κεφάλαιο…2000 δραχμές και με χρέη μέχρι το λαιμό[…]. Οι υποσχέσεις περί στήριξης αποδείχτηκαν όχι ειλικρινείς, καθόσον ο πόλεμος μεταξύ πολιτικών, πολτικάντηδων, παπατρεχάμενων πολιτικών γραφείων ήταν ανελέητος που εμείς καταντήσαμε σάκος του μποξ. Το αποτέλεσμα ήταν η προσπάθεια να διαλυθεί, πριν καλά-καλά κλείσει 6-μηνο», είναι τα λόγια του συγγραφέα στο πρόλογο του ανά χείρας βιβλίου του. Και συνεχίζει, προσθέτοντας:
«Με παροτρύνσεις προσωπικών μου φίλων, με μικρό-χρηματοδοτήσεις από το συγγενικό μου περιβάλλον, και με πωλήσεις κάποιων ακινήτων συνέχισα την έκδοση του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ», δουλεύοντας 12-ωρα και 16-ωρα με τη σύζυγό μου και τον γιό μου».
Ενώ σε άλλο σημείο της… απολογίας του ο Λευτέρης διευκρινίζει: «…στο βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας, περιέχονται κείμενα και άρθρα, συνεντεύξεις και παραπολιτικά σχόλια, σταχυολογημένα και επιλεγμένα από τους ίδιους τους αναγνώστες μας, μέσω της ηλεκτρονικής έκδοσης της εφημερίδας. Εκεί μετριούνται οι επισκέψεις-αναγνώσεις του κάθε κειμένου και με μέτρο τις 2000 και άνω, έγιναν οι επιλογές των περισσότερων αυτού του βιβλίου…».
Φίλες και φίλοι
Ξέρετε με τον Λευτέρη και τον «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ», συνεργάστηκα σχεδόν από την αρχή της έκδοσής του. Τα φιλοξενηθέντα άρθρα μου στην εφημερίδα του ήταν πολλά και ποικίλα, μερικά από τα οποία, μάλιστα, δακτυλογράφησε η καθ’ όλα πρόθυμη και ευγενής σύζυγός του Σταυρούλα. Θυμάμαι ωστόσο τις πρώτες κόντρες μας οσάκις μου πρόβαλλε αντιρρήσεις περί την έκταση κάποιων κειμένων μου ή τις σχετικές διορθώσεις της τελευταίας στιγμής. Ωστόσο, με αφορμή την ομιλία του αείμνηστου Κ. Μητσοτάκη, τον Μάρτιο του 1985 στο Μονοπλιό, μου έπλεξε το εγκώμιο για την σπουδαία, όπως ο ίδιος ο Λευτέρης την χαρακτήρισε, προσφώνησή μου στον τότε Αρχηγό της ΝΔ.
Ενώ για τις πρωτιές μου στις ασφαλίσεις, σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, τις βραβεύσεις και τις συμμετοχές μου στα ευρωπαϊκά και παγκόσμια συνέδρια για τις επιδόσεις μου ως συνεργάτη της μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας Alico, και πάλι ο Λ.Σ αισθάνθηκε Αρτινά υπερήφανος για τις διακρίσεις μου, κάτι που δεν δίστασε να το εκφράσει στον «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ» με περισσότερα κολακευτικά σχόλια για το πρόσωπό μου.
Βέβαια στην πολιτική και κομματική ένταση της εποχής που ο κόσμος ενδιαφέρονταν για την πολιτική, δεν ήταν λίγες οι φορές που συγκρουστήκαμε επειδή συνέβαινε να έχουμε διαφορετικές απόψεις περί τα τεκταινόμενα. Ουδέποτε, ωστόσο, η σχέση μας έπαψε να είναι σχέση, ειλικρινούς φιλίας αλληλοσεβασμού και αλληλοεκτίμησης. Οι δε δια του τύπου ελάχιστες αντιπαραθέσεις μας πάντα εξελίχθηκαν στα πλαίσια της ευπρέπειας και της καλοπροαίρετης κριτικής.
Λέτε μήπως για αυτό στα περιεχόμενα άρθρα του ανά χείρας βιβλίου του, να συμπεριέλαβε και το άρθρο μου : «πως, με την βίαιη έξοδο του υφυπουργού Γιώργου Στύλιου από την κυβέρνηση Σαμαρά η πασιονάρια της Εκάλης(Λιάννα Κανέλλη) ευτελίζει το πολιτικό σύστημα».
Θα κλείσω τη δική μου παρουσίαση με έναν παραλλαγμένο μύθο με πολλαπλά εκπεμπόμενα μηνύματα, προσθέτοντας μία προσωπική διαπίστωση αναφορικά με τον δημοσιογράφο Λευτέρη.
Αναφέρομαι πιο κάτω σε μια νεότερη παραλλαγή κάποιου μύθου του Αίσωπου, που τη θεωρώ απολύτως διδακτική. Την επικαλέστηκε ένας πολιτικός που εκβιάζονταν συστηματικά από κάποιον εκδότη-δημοσιογράφο επαρχιακής εφημερίδας, με δημοσιεύματα που έθιγαν την τιμή και την υπόληψή του. Ο εν λόγω πολιτικός, λοιπόν, αντί άλλης αντίδρασης, του έστειλε προς δημοσίευση την ακόλουθη επιστολή:
«Εκεί στο δάσος, το αφελές γουρούνι προκαλούσε συνεχώς το περήφανο λιοντάρι για να παλέψουν. Το λιοντάρι απέρριπτε την πρόταση, χωρίς να ενδίδει στην πρόκληση. Από τα πολλά και τα λίγα το λιοντάρι σκεφτόμενο ότι πρέπει, επί τέλους το γουρούνι να σταματήσει τις προκλήσεις, δέχτηκε τελικά να παλέψουν. Μια Κυριακή απόγευμα, λοιπόν, στο ξέφωτο του δάσους όπου θα γινόταν η πάλη, τα ζώα μαζεύτηκαν για να παρακολουθήσουν το θέαμα.
Εν τω μεταξύ λίγη ώρα προτού αρχίσει ο παλαιστικός αγώνας ξέσπασε μια ξαφνική μπόρα, η οποία όμως μετά από λίγο σταμάτησε. Ο αγώνας τελικά θα διεξάγονταν και τα συγκεντρωμένα ζώα με αδημονία περίμεναν την έναρξή του.
Και ενώ το λιοντάρι ήταν εκεί την προ καθορισμένη ώρα, το γουρούνι δεν εμφανίζονταν. Κάποια στιγμή, ωστόσο, οι θεατές είδαν το γουρούνι από μακριά να έρχεται προς το ξέφωτο, και δεν έκρυβαν τη χαρά τους που η… παράσταση επί τέλους θα άρχιζε. Όμως, λίγο πριν το γουρούνι φθάσει στο …ρινγκ, το είδαν ξαφνικά να σταματάει και να αρχίσει κυλιέται στα λασπόνερα μιας γούβας που είχε γεμίσει νερό από την προηγηθείσα νεροποντή. Με την απορία γραμμένη στα βλέμματα όλων, είδαν το γουρούνι να βγαίνει καταλασπωμένο από το λάκκο και να βαδίζει προς το ξέφωτο μουγκρίζοντας, έτοιμο για την πάλη.
Και τότε προς μεγάλη έκπληξη των συγκεντρωθέντων ζώων, το λιοντάρι ρίχνοντας μια περιφρονητική ματιά στο γουρούνι, ανέμισε τη χαίτη του και άρχισε να περπατάει αποχωρώντας. Λίγο προτού αποχωρήσει ωστόσο, ακούστηκε να λέει στα συγκεντρωμένα ζώα : «μέχρι εδώ, δεν θα παλέψω με το βρωμερό γουρούνι», και απομακρύνθηκε καταχειροκροτούμενο από την κερκίδα.
Τώρα εσείς καταλαβαίνετε ποιόν από τους δύο; τον εκδότη-δημοσιογράφο, και τον υβριζόμενο πολιτικό, υπονοούσε το βρωμερό γουρούνι και το περήφανο λιοντάρι ,του μύθου. Πάντως σας πληροφορώ ό τι από τότε που διάβασε την επιστολή, έπαψε να ενοχλεί…
Φίλες και φίλοι
Αφού σας ευχαριστήσω για τη παρουσία σας και την ανοχή σας να με ακούσετε, επιτρέψτε μου να κλείσω με την πιο κάτω διαπίστωση.
Ο δημοσιογράφος, είπε ο Τζόρτζ Όργουελ, ο δημιουργός της περίφημης φάρμας των ζώων, αν δεν ενοχλεί την εξουσία, δεν κάνει δημοσιογραφία, αλλά δημόσιες σχέσεις.
Και ο Λευτέρης Στασινός τα 40 χρόνια στον «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ» με την πένα του σαν άλλη αιχμή δόρατος, σας διαβεβαιώνω, απέδειξε ότι ήταν και παρέμεινε δημοσιογράφος.
Και πάλι θερμά σας ευχαριστώ».
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΛΕΥΤΕΡΗ ΣΤΑΣΙΝΟΥ:
«Κυρίες και κύριοι,
Σας ευχαριστώ για την σημερινή παρουσία σας, σας ευχαριστώ για την τιμή που μου κάνατε, στη σημερινή παρουσίαση του βιβλίου μας «40 ΧΡΟΝΙΑ ΠΑΡΑΤΗΡΩΝΤΑΣ».
Είμαι υποχρεωμένος εξαρχής να σας πω ότι δεν διεκδικώ αναγνώριση ή επιβράβευση, σαν ποιητής, συγγραφέας ή ιστορικός, αλλά σαν ένα συμπολίτης σας, που επί 40 και πλέον χρόνια ασχολήθηκε με τη τοπική δημοσιογραφία, με τα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης.
Το 1978, με τον επίσης δημοσιογράφο Φάνη Μπάρκα και με την προτροπή κάποιων φίλων τοπικών παραγόντων, αποφασίσαμε την έκδοση της καθημερινής εφημερίδας «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ της Άρτας».
Ήταν απόρροια πολλών γεγονότων εκείνης της περιόδου.
Ήταν εποχές που η Άρτα ήταν πρωταγωνιστής διεκδικητικών αγώνων, με πρωτοπόρο και επικεφαλής τον αείμνηστο δήμαρχο Αρταίων Νίκο Σιμεντζή.
Ήταν εποχές που η Άρτα, διεκδικούσε με αξιώσεις και αποφασιστικά μια σειρά έργων υποδομής για την περιοχή μας, όπως η οδική σύνδεσή μας με τη Θεσσαλία, η ίδρυση Γεωπονικής Σχολής, αντιπαγετική προστασία των εσπεριδοειδών με ανεμομείκτες, τα αρδευτικά έργα της πεδιάδας της Άρτας και της πεδιάδας Πέτα – Κομποτίου και πολλά άλλα.
Κορύφωση εκείνων των αγώνων ήταν η πορεία του Ινάχου, για το δρόμο Άρτας – Τρικάλων, κατά την οποία, τέσσερα αρτινόπουλα, ως εκπρόσωποι των κομμάτων Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, Ένωσης Κέντρου και ΚΚΕ, περπάτησαν από την Άρτα έως την Αθήνα, για να αναδείξουν στο πανελλήνιο την αναγκαιότητα της σύνδεσης της περιοχής μας με τη Θεσσαλία.
Μια πορεία που την κάλυψα δημοσιογραφικά και για λογαριασμό της εφημερίδας ΑΘΗΝΑΪΚΗ, του αρτινού Γιάννη Παπαγεωργίου, από το Πέτα Άρτας.
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό και με την αίγλη που συνόδευαν εκείνες τις εποχές τη δημοσιογραφία, ήταν και οι αφορμές για την έκδοση του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ».
Ήταν τότε που οι ασχολούμενοι με τη δημοσιογραφία, είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα τοπικά δρώμενα.
Ήταν ενασχόληση, ενδιαφέρουσα και ευχάριστη για εκείνον που την ακολουθούσε.
Τότε οι δημοσιογράφοι δεν δούλευαν με «κονσέρβες» ενημέρωσης, όπως γίνεται σήμερα με τα Δελτία Τύπου.
Είχαν δύναμη, ακούγονταν από την τοπική, αλλά και την κεντρική εξουσία.
Τα κείμενα των εφημερίδων της περιφέρειας, των εφημερίδων κάθε περιοχής, την ίδια μέρα της κυκλοφορίας τους, αποστέλλονταν στη Γενική Γραμματεία Τύπου και Πληροφοριών, όπου γινότανε αξιολόγηση κειμένων που δημοσιεύονταν και διανομή τους, στους αρμόδιους της Κεντρικής Εξουσίας.
Τότε δεν υπήρξε αναπάντητο δημοσιογραφικό κείμενο, από εκείνους που τους αφορούσαν, από τον απλό κλητήρα μιας Αρχής ή μιας υπηρεσίας, μέχρι τον επικεφαλής, από τον νομάρχη και τον δήμαρχο, έως τον αρμόδιο υπουργό, ακόμη και έως το γραφείο του πρωθυπουργού.
Τίποτα δεν έμενε αναπάντητο.
Σήμερα «κρεμιούνται στα μανταλάκια» από τα Μέσα Ενημέρωσης, πολιτικοί, καλλιτέχνες, επιχειρηματίες, αθλητές, χωρίς καμιά έρευνα, χωρίς καμία δημοσιογραφική τεκμηρίωση, χωρίς καμία δημοσιογραφική δεοντολογία.
Σήμερα οι δημοσιογράφοι κατάντησαν ντελιβαράδες των δελτίων τύπου κομμάτων, φορέων, πολιτικών, ντελιβεράδες όσων ασκούν εξουσία τοπικά, περιφερειακά και κεντρικά.
Σήμερα η δημοσιογραφία προσφέρεται για πιέσεις και εκβιασμούς, ωμούς εκβιασμούς, έναντι οικονομικών ωφελημάτων.
Δεν πρόκειται για υγιή και αντικειμενική ενημέρωση.
Οι δικές μου εμπειρίες στο διάβα αυτών των 40 χρόνων, παρατηρώντας από κοντά πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις, δεν ήταν και οι καλύτερες.
Όταν ασκούσαμε πραγματική και ουσιώδη δημοσιογραφία, ήταν εποχές δυναμικών συγκρούσεων, πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών.
Από το διαχωρισμό των καφενείων σε πράσινα, γαλάζια και κόκκινα, στην οριοθέτηση διαχωριστικών γραμμών μεταξύ των πολιτών.
Ένα είδος κοινωνικού διχασμού, με ευθύνη όλων των κομματικών οργανισμών εκείνης της περιόδου.
Και «σάκος του μπόξ» όλων αυτών των συγκρούσεων, ήταν εκείνοι που ασχολούνταν με τη δημοσιογραφία.
Αλλά αυτό ήταν το λιγότερο.
Οι δημοσιογράφοι εκείνης της περιόδου θα έπρεπε να μην έχουν άποψη ή να κάνουν γλυκανάλατη δημοσιογραφία, χωρίς να αγγίζουν πρόσωπα και καταστάσεις.
Εκείνοι που δεν συμμορφώνονταν με αυτή την επιταγή, εξασφάλιζαν μόνιμο στασίδι στις δικαστικές αίθουσες ή τον χαρακτηρισμό του «πουλημένου».
Ένας από αυτούς ήταν και ο υποφαινόμενος.
Σχεδόν κάθε εβδομάδα ήμουν κατηγορούμενος για κάποιο δημοσίευμα.
Δεκάδες οι δίκες που πέρασα, καμία απολύτως καταδίκη ή συμβιβασμό.
Είχα αποκτήσει ανοσία στις μηνύσεις, αλλά και προσόντα κατηγορούμενου δημοσιογράφου, που πετύχαινε την αθώωσή του.
Όμως τον χαρακτηρισμό «πουλημένος», για δημοσιεύματα που σε κάποιους δεν άρεσαν ή δεν εξυπηρετούσαν τις προσωπικές τους επιδιώξεις ή φιλοδοξίες, τον κουβαλούσα για πολλά χρόνια.
Μέχρι τότε που οι αβασάνιστοι κατήγοροι των τοπικών εφημερίδων, εξαργύρωναν τους «αγώνες» τους, εντός εισαγωγικών, με διορισμούς στο δημόσιο ή με θαλασσοδάνεια.
Για εκείνο το αρρωστημένο κλίμα, που οδήγησε σε νέο διχασμό, φέρουν ευθύνη όλα τα κόμματα και όχι η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών της κάθε περιοχής.
Για εκείνο το αρρωστημένο κλίμα, που κράτησε σχεδόν μια δεκαετία, άντεξαν οι αρτινοί δημοσιογράφοι, αλλα με μεγάλο κόστος.
Με κόστος που το πλήρωσαν τα μέλη των οικογενειών τους.
Τα 40 χρόνια που παρατηρούσα τους άλλους, κέρδισα την εμπιστοσύνη των πολλών, απέκτησα εξαιρετικούς και διαχρονικούς φίλους, απέκτησα και δύναμη που αλόγιστα τη σπατάλησα.
Στο πέρασμα των 40 αυτών χρόνων αναθεώρησα πολλά πράγματα, που κυρίως αφορούσαν την πολιτική και τα πρόσωπα που την υπηρετούσαν και έσβησα όλες τις διαχωριστικές γραμμές που αυθαίρετα επέβαλαν στις κοινωνίες, πολιτικοί και πολιτικά κόμματα.
Τελευταία ήρθαν οι σύγχρονες τεχνολογίες, ήρθε το διαδίκτυο και το παραδιαδίκτυο και ισοπέδωσαν την παραδοσιακή δημοσιογραφία.
Σήμερα η πληροφορία, η κάθε είδους πληροφορία βρίσκεται στο κινητό ή στον υπολογιστή του καθένα μας.
Θα μου πείτε, ήρθε και το τέλος της δημοσιογραφίας;
Σίγουρα όχι, αν αυτή δεν στηρίζεται μόνο σε Δελτία Τύπου που την βομβαρδίζουν.
Προσωπικά αυτή την δημοσιογραφία δεν τη θέλω και εδώ και πολύ καιρό την έχω εγκαταλείψει.
Εύχομαι στους νεώτερους, να βρουν ανώδυνους τρόπους, για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της σύγχρονης δημοσιογραφίας.
Η Άρτα χρειάζεται τον τοπικό Τύπο, τα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης.
Χρειάζεται όμως εκείνα τα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης, που έχουν άποψη και τη διατυπώνουν, που έχουν θέση και ευθαρσώς τη λένε, που δεν λαϊκίζουν, για να γίνονται αρεστά σε μικρόψυχους, που δεν εξυπηρετούν σκοπιμότητες για να επιβιώσουν.
Αλλά και τα τοπικά Μέσα Ενημέρωσης χρειάζονται την τοπική κοινωνία για να αντλούν δημιουργικές δυνάμεις, για να γίνουν ισχυρά και να μην υποκύπτουν σε ανάγκες και πιέσεις.
Η δημοσιογραφία για να είναι χρήσιμη χρειάζεται να λειτουργεί σε συνθήκες ηρεμίας και ανεπηρέαστη από προβλήματα της καθημερινότητας.
Αυτά διαπίστωσα ο ίδιος, παρατηρώντας δημοσιογραφικά επί 40 και πλέον χρόνια, τα γεγονότα και τις καταστάσεις, κοινωνικές και πολιτικές, που σημάδεψαν αυτές τις δεκαετίες την περιοχή της Άρτας.
Μια περιοχή, με υπέροχους ανθρώπους, που αξίζει να την αγαπάς, να νοιάζεσαι για αυτήν και να δουλεύεις για την πρόοδό της.
Ή Άρτα είχε και έχει πολλά Μέσα Ενημέρωσης, είχε και έχει πολλούς που ασχολούνται με τις τέχνες και τα γράμματα, ποιητές, λογοτέχνες, ιστορικούς, ζωγράφους και άλλους.
Όμως όλοι αυτοί για να δημιουργήσουν στον τομέα τους, χρειάζονται την στήριξη της τοπικής κοινωνίας, την στήριξη όλων των αρτινών.
Μια ετήσια συνδρομή, σε μια τοπική εφημερίδα, είναι μηδαμινή σε σύγκριση με τη χρησιμότητά της.
Η αγορά ενός βιβλίου, ενός αρτινού συγγραφέα, δεν κοστίζει περισσότερο από τρεις καφέδες, όμως για τον ίδιο είναι μια έμπρακτη ενθάρρυνση, για να συνεχίσει να προσφέρει στο τοπικό πνευματικό και πολιτικό γίγνεσθαι.
Τέλος θα πρέπει να πω ότι στο βιβλίο που σήμερα παρουσιάζουμε φιλοξενούνται κείμενα των τελευταίων χρόνων, ως δείγματα γραφής των προηγούμενων χρόνων, κείμενα που επιλέχθηκαν με μοναδικό κριτήριο, τις αναγνώσεις και το ενδιαφέρον των χρηστών και του διαδικτύου, των επισκεπτών στη διαδικτυακή έκδοση του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ». Αναγνώσεις που πολλές φορές ξεπέρασαν και τις 8.000.
Κι επειδή το βιβλίο αυτό είναι έργο και συνεργατών μας και των φίλων του «ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ» κι όχι μόνο του υποφαινόμενου, φρονούμε ότι κάθε αφιέρωση από εμάς θα είναι άδικη για τους υπόλοιπους και αποφασίσαμε να το αποφύγουμε.
Επίσης νοιώθω την ανάγκη από αυτή τη θέση να ευχαριστήσω την επιχείρηση «Τηλέμαχος Τσώλης & Σια, ACS COURIER), για την οικονομική της στήριξη, μέσω τυπογραφικών εργασιών και όχι μόνο τα τελευταία χρόνια και για τη σημαντική χορηγία της, για την έκδοση του βιβλίου που σας παρουσιάσαμε.
Σας ευχαριστώ».