Η αντιασφαλιστική πορεία της επόμενης κυβέρνησης (σταδιακή αύξηση ορίων ηλικίας, μείωση συντάξεων, σταδιακή κατάργηση ΕΚΑΣ, ενιαιοποίηση ταμειών κλπ) είναι προδιαγεγραμμένη, αφού προγραμματικό τους κείμενο είναι το τρίτο μνημόνιο, γι΄αυτό και οι δυο βασικοί διεκδικητές της διακυβέρνησης επαναλαμβάνουν τις γνωστές θολές υποσχέσεις, ότι θα χτυπήσουν τάχα την εισφοροδιαφυγή, την εισφοροαπαλλαγή, τη μαύρη εργασία, θα μειώσουν την ανεργία, για να αυξηθούν τα έσοδα των Ταμείων.
Πέρα από το γεγονός ότι τέτοιες εξαγγελίες γίνονται όλη την τελευταία 25ετία, σαν αντίδοτο στα αντιασφαλιστικά μέτρα, το βέβαιο είναι ότι ακόμα κι αν μια κυβέρνηση καταγράψει κάποιες καλύτερες επιδόσεις σε όλα τα παραπάνω, δεν πρόκειται να αναστραφεί η πορεία συρρίκνωσης των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων για όλες τις επόμενες γενιές.
Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος για τον οποίο αυτά τα κόμματα, όχι μόνο έχουν εξοβελίσει από το λεξιλόγιό τους, αλλά συκοφαντούν κι από πάνω έννοιες όπως «δημόσια, καθολική, κοινωνική ασφάλιση», που θα χρηματοδοτείται από το κράτος και τους εργοδότες.
Πολύ περισσότερο, λοιδορούν και προσπαθούν να απαξιώσουν το ώριμο και αναγκαίο αίτημα του ταξικού κινήματος για όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, συντάξεις και παροχές στα επίπεδα που επιβάλλουν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, με δεδομένη την αλματώδη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνικής σε όλους τους τομείς.
Κοροϊδεύουν ωμά προσπαθώντας να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις και προκειμένου να εγκλωβίσουν προεκλογικά λαϊκές συνειδήσεις, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ υπόσχονται τώρα ότι θα αντικαταστήσουν ορισμένα από τα μέτρα αυτά με άλλα «ισοδύναμα». Πρόκειται για αστείο ισχυρισμό, όχι μόνο γιατί αποφεύγουν συστηματικά να απαντήσουν ποια είναι αυτά τα «ισοδύναμα», αλλά κυρίως επειδή αν το κάνουν, θα αποδειχτεί ότι τα μέτρα αυτά είναι εξίσου αντιλαϊκά. Δηλαδή, ό,τι αφήνουν στη μια τσέπη του λαού, το παίρνουν από την άλλη.
Δίπλα σ' αυτά τα κόμματα στέκεται όμως και η «Λαϊκή Ενότητα», η οποία εξαντλείται σε διαπιστώσεις για το Ασφαλιστικό και απευθύνεται στο λαό με θέσεις που οδηγούν από άλλο δρόμο στο ίδιο αποτέλεσμα.
Τα στελέχη της, που διετέλεσαν κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και φέρουν το δικό τους μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή κατάσταση στο Ασφαλιστικό, μιλάνε για κατάργηση ορισμένων από τους πλέον αντιλαϊκούς νόμους, αλλά στο διά ταύτα, συνδέουν την πορεία των Ταμείων και συνολικά του συστήματος από την ανάκαμψη της οικονομίας.
Συγκεκριμένα, στηρίζουν τη χρηματοδότηση του ασφαλιστικού συστήματος σε «ένα εθνικό, αναπτυξιακό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης». Συνδέουν δηλαδή το Ασφαλιστικό με την ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία είναι καπιταλιστική και κινείται γύρω από το κέδρος των επιχειρηματικών ομίλων.
Θεμέλιος λίθος αυτής της οικονομίας είναι η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και αυτό οδηγεί σε διαρκή συρρίκνωση της τιμής της εργατικής δύναμης, των εργατικών και λαϊκών δικαιωμάτων.
Με στόχο την ανταγωνιστικότητα των επιχειρηματικών ομίλων χτυπιούνται τόσα χρόνια η μόνιμη και σταθερή δουλειά με πλήρη δικαιώματα, γιγαντώθηκαν οι στρατιές των ημιαπασχολούμενων και των ανέργων, λεηλατήθηκαν τα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς τα αποθεματικά τους αντιμετωπίστηκαν ως κεφάλαια για να γίνουν επενδύσεις και όχι ως μέσο για την κάλυψη των αναγκών των ασφαλισμένων.
Ξανασερβίροντας τις αυταπάτες που καλλιέργησε προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ, η Λαϊκή Ενότητα - ΣΥΡΙΖΑ 2, διαβεβαιώνει ότι έχει σχέδιο ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας. Την ίδια ώρα, υπόσχεται ότι θα συρρικνώσει, μέχρι και θα εξαλείψει όλους εκείνους τους παράγοντες που επιδρούν αρνητικά στο Ασφαλιστικό, είναι όμως «εκ των ων ουκ άνευ» για τη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους, δηλαδή για την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία του κεφαλαίου. Με άλλα λόγια, η κοροϊδία πάει σύννεφο...
Το πρόβλημα της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι ταξικό, καθώς φανερώνονται και σε αυτό τα όρια του εκμεταλλευτικού συστήματος που σαπίζει, που βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Το Ασφαλιστικό, πέρα από τη σχετική αυτοτέλειά του ως ζήτημα, αποτελεί ένα σημαντικό κομμάτι που συνθέτει το παζλ της ενιαίας επίθεσης πάνω στην τιμή της εργατικής δύναμης. Το Ασφαλιστικό, όπως και το εισόδημα, ο χρόνος εργασίας, οι εργασιακές σχέσεις είναι πλευρές που οξύνουν την εκμετάλλευση και το ξεζούμισμα της εργατικής τάξης.
Ταυτόχρονα, οι εισφορές, τα αποθεματικά και τα διαθέσιμα των Ταμείων είναι ο συλλογικός κόπος και ιδρώτας των εργατών, είναι η κλεμμένη υπεραξία μιας ζωής. Γι' αυτό και αφετηρία στην πάλη των εργαζομένων πρέπει να είναι η υπεράσπιση και διεύρυνση των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, η ανάκτηση των απωλειών από την περίοδο της κρίσης, η αποτροπή της παραπέρα συρρίκνωσής τους, όπως προβλέπουν παλιοί και νέοι νόμοι.
Ταυτόχρονα, όμως, για να είναι αποτελεσματικός αυτός ο αγώνας, πρέπει να «βλέπει» και να στοχεύει πιο μακριά. Η λύση του προβλήματος δεν εξαρτάται από έναν καλό ή όχι σχεδιασμό στο συγκεκριμένο ζήτημα. Απαιτείται κεντρικός σχεδιασμός και μια οικονομία που απέναντι από τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων θα βάζει τις σύγχρονες διευρυμένες λαϊκές ανάγκες.
Η στάση όλων των κομμάτων απέναντι στο ζήτημα της Ασφάλισης είναι κομβικό και αποτελεί κριτήριο για να καταψηφιστούν στις εκλογές. Η αποδυνάμωσή τους, η ταυτόχρονη ενίσχυση του ΚΚΕ δημιουργεί καλύτερους όρους, ώστε από την επόμενη κιόλας μέρα το κίνημα να κλιμακώσει την πάλη ενάντια σε παλιά και νέα μέτρα, σε ρήξη με την πολιτική που υπερασπίζεται την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων και το δρόμο της καπιταλιστικής ανάκαμψης.