Του Χρήστου Μέγα
Περισσότεροι από 1 στους 3 μισθωτούς ζουν με 400 ευρώ το μήνα εν μέσω ακρίβειας, έκρηξης των τιμών ενέργειας και ακραίων ανατιμήσεων.
Η «γενιά των 400 ευρώ» ζει τον δικό της «Γολγοθά» προκαλώντας κοινωνική κρίση και δημογραφικό πρόβλημα. Κυρίως όμως η εργασιακή φτώχεια οδηγεί σε καθοδικό σπιράλ της οικονομία που στερείται καταναλωτών…
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ασφάλισης του ΕΦΚΑ σχεδόν 780.000 απασχολούμενοι, από ένα σύνολο 2.168.847, δηλαδή το 36% του εργατικού δυναμικού εργάζεται με μερική απασχόληση και λαμβάνει μεικτά 479,11 ευρώ το μήνα.
Αν από αυτό το ποσό αφαιρεθεί ένα ποσοστό κοντά στο 15% (κρατήσεις για κύρια και επικουρική σύνταξη, εισφορές υγείας και υπέρ ΟΑΕΔ), το τελικό καθαρό ποσό που «απολαμβάνουν» οι εν λόγω εργαζόμενοι κυμαίνεται στα 400 €. Λιγότερα δηλαδή από τα 407,25 ευρώ που λαμβάνουν οι επιδοτούμενοι άνεργοι και σχεδόν όσα παίρνει μια τετραμελής οικογένεια (με δύο ανήλικα παιδιά) σαν Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα.
Οι εξαιρετικά χαμηλοί μισθοί και το εντυπωσιακά μεγάλο (σ.σ. από τα υψηλότερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης) ποσοστό μερικής απασχόλησης έχουν οδηγήσει στην φτωχοποίηση εκατοντάδες μισθωτούς.
Μάλιστα, αυτοί οι άνθρωποι έχουν αφεθεί εντελώς απροστάτευτοι και προσπαθούν να επιβιώσουν εν μέσω ακρίβειας στα είδη πρώτης ανάγκης (σ.σ. όλοι αντιλαμβάνονται το ρόλο που παίζει το ψωμί ή τα μακαρόνια, που ακρίβυναν ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, στο καθημερινό διαιτολόγιο των πολύ φτωχών νοικοκυριών), καθώς και των ανατιμήσεων στο ηλεκτρικό ρεύμα.
Όταν οι αμοιβές των μερικώς απασχολουμένων κυμαίνονται κάτω ή στο ίδιο επίπεδο με τις ενισχύσεις των 260.000 οικογένειες που λαμβάνουν το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα ή τα επιδόματα των 180.000 ανέργων από τον ΟΑΕΔ, τότε γίνεται αντιληπτό γιατί: α/ οι άνεργοι δεν εγκαταλείπουν το πενιχρό επίδομα ανεργίας προς αναζήτηση εργασίας (στο βαθμό που οι προσφερόμενες θέσεις εργασίες δεν παρέχουν υψηλότερο επίπεδο αμοιβών) και β/ όσοι λαμβάνουν το Ελάχιστο Εισόδημα παραμένουν πάντοτε στο οικονομικό περιθώριο (δεν μετακινούνται προς την αγορά εργασίας στο βαθμό που ο μισθός είναι ισοϋψής με το επίδομα ανέχειας…).
Πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα στοιχεία για την γυναικεία απασχόληση και αμοιβή, καθώς και για τις τεράστιες αποκλίσεις στις αμοιβές μεταξύ μικρών και μεγαλυτέρων επιχειρήσεων:
-Στις επιχειρήσεις με λιγότερους από δέκα μισθωτούς, το μέσο ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης ανέρχεται μόλις στο 64,84% του μέσου ημερομισθίου των ασφαλισμένων σε επιχειρήσεις με πάνω από δέκα μισθωτούς, ενώ ο μέσος μισθός ανέρχεται στο 63,23% (εν σχέσει με τις μεγαλύτερες).
-Το μέσο ημερομίσθιο των γυναικών στις κοινές επιχειρήσεις με πλήρη απασχόληση αντιπροσωπεύει το 87,84% του αντίστοιχου ημερομισθίου των ανδρών, ενώ στη μερική απασχόληση το 95,29%.