Του Γεώργιου Ε. Κολιού

Δικηγόρου παρ’ εφέταις

Η υποβάθμιση της ποιότητας ζωής και ο συνακόλουθος κίνδυνος που ενδεχομένως ανεφύετο εξαιτίας της, έγινε ιδιαίτερα αισθητός τις τελευταίες τρεις δεκαετίες κυρίως στα τεχνολογικά και βιομηχανικά προοδευμένα κράτη. Ταυτόχρονα με την συνειδητοποίηση αυτή προέκυψε ως έννοια και ο όρος «περιβαλλοντικές ανάγκες».

Κατέστη σαφές ότι η άκρατη εκβιομηχάνιση και η αλόγιστη εκμετάλλευση της φύσης αποτελούν παράγοντα αλλοίωσης του περιβάλλοντος, και ακόμη πως οι αυθαιρεσίες στο θέμα αυτό πρέπει να αποφεύγονται.

Όμως παράλληλα, η γνώση του προβλήματος  για τις χώρες αυτές γίνεται οξύτερη, καθώς συνδέεται κατευθείαν με την οικονομική και βιομηχανική τους ανάπτυξη (παράγων ευημερίας και προόδου).

Τίθεται έτσι γενικότερα ως πλαίσιο προβληματισμού η σύγκρουση μεταξύ των θέσεων: προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ατόμου αφενός ,και αφετέρου της τάσης περιορισμού αυτών.

Η εξύψωση, διά του άρθρου 24 παρ.1 του Συντάγματος, της προστασίας του περιβάλλοντος  σε δικαίωμα του ανθρώπου, της θέσης ότι είναι διαπιστωμένη η ανάγκη για περιβάλλον υγιεινό και οικολογικά ισόρροπο, κυρώνει το γεγονός ότι το δικαίωμα αυτό ,έχοντας τουλάχιστον ίση ισχύ με τα υπόλοιπα ανθρώπινα δικαιώματα,στην περίπτωση που έρχεται σε σύγκρουση με ένα ή πιο πολλά εξ’ αυτών , δύναται ακόμη και να τα περιορίσει (την έκταση εφαρμογής τους).
Η νομολογία του ΣτΕ σταθμίζοντας μεταξύ των άρθρων 24 παρ.1 ,106 παρ.1 και 107 παρ.1 του Συντάγματος  κάνει λόγο για υποχρέωση της Διοίκησης να συμμορφώνεται με την δέουσα προς το γενικότερο συμφέρον ,λύση των ζητημάτων που ανακύπτουν από τις διατάξεις αυτές, συνεκτιμώντας το εθνικό συμφέρον. Η προστασία του περιβάλλοντος αναγνωρίζεται ως μείζονος σημασίας , αφού η σχετική αναφορά στα άρθρα 106 παρ.1 και 107 παρ.1 του Συντάγματος ή ακόμη και του άρθρου 22 σε κάποιες περιπτώσεις , γίνεται πάντοτε εν σχέσει με την προστασία των διατάξεων του άρθρου 24 παρ.1 ΕλΣ.

Εξάλλου έχει υποστηριχτεί και η άποψη ότι η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί επιτακτική υποχρέωση και κανόνα δικαίου του Κράτους ,ενώ τα λοιπά ανθρώπινα δικαιώματα προβλέπουν μόνο μέριμνα ή απλά επιδίωξη ,οπότε υπερισχύουν της προστασίας του περιβάλλοντος μόνον στην περίπτωση που διακυβεύεται η παραγνώριση και η έλευση σε δεύτερη μοίρα  πρωτευόντων κανόνων δικαίου.
Οι παράγοντες της συνάρτησης οικονομική ανάπτυξη –προστασία περιβάλλοντος που πρέπει να ληφθούν υπόψει  για το θέμα αυτό είναι:

α. η  ποιότητα και ποσότητα των υπαρχόντων φυσικών πόρων ,η αποτελεσματικότητά τους και η πιθανή ημερομηνία εξάντλησής τους, β. η πιθανή ανάπτυξη εναλλακτικών τεχνολογιών συνυπολογίζοντας το κόστος των, γ. εύρεση εναλλακτικών τοποθεσιών, δ. ποιο είναι το δυνητικό εύρος ρυπάνσεως των φυσικών στοιχείων, ε. διά ποίων δυνατοτήτων σήμερα μπορούμε να αφομοιώσουμε απορρίμματα και απόβλητα, στ. ποιός μπορεί να είναι ο κατάλληλος οικονομικός σχεδιασμός ουτωςώστε να αναστραφεί ο εκφυλισμός των φυσικών στοιχείων και τι κοστίζουν τελικά οι προτεινόμενες λύσεις.
Η σύγκρουση μεταξύ οικονομικής αναπτύξεως και προστασίας του περιβάλλοντος εστιάζεται στο γεγονός ότι οι δυνητικά προτεινόμενες λύσεις μπορεί να σημαίνουν και επιβράδυνση της εκβιομηχανίσεως των ανεπτυγμένων χωρών ή τουλάχιστον θα είναι,στην καλύτερη περίπτωση, υπεραπλουστευτικές και χωρίς καθολικά αποτελέσματα. Ας μη ξεχνούμε και ότι τα περιβαλλοντικά προβλήματα είναι χρονοβόρα ως προς την επίλυσή τους, πράγμα που επιβαρύνει περισσότερο τα οξυμένα οικονομικά προβλήματα κυρίως στον αναπτυσσόμενο κόσμο, με επακόλουθες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες .
Κατά την μακροοικονομική θεωρία, «οχληρά» προιόντα όπως ο θόρυβος, η ρύπανση, η μόλυνση του αέρα ή της θάλασσας, που προκύπτουν από την διαδικασία παραγωγής σε μία χώρα, δεν είναι προσδιορίσιμα ποσοτικά ή ως προς τι κοστίζουν σε μία συγκεκριμένη κοινωνία. Άρα δεν είναι δεκτικά ανταλλαγής στις αγορές . Κατά συνέπεια οι τελευταίες προσπάθειες που γίνονται προς αυτή την κατεύθυνση (βλ. πρόσφατες διεθνείς διασκέψεις για το κλίμα και την κλιματική αλλαγή, προσπάθειες για υπογραφή παγκόσμιων συμφωνιών προς προστασία του περιβάλλοντος, προσπάθειες για μείωση ρύπων παγκοσμίως κλπ.), δεν είναι και οι δέουσες. Αντίθετα, μία καλή προσπάθεια για αναβάθμιση της προστασίας του περιβάλλοντος ήταν ο νόμος ecotax της Segolen Royal της προηγούμενης Γαλλικής κυβέρνησης Hollande . Σε αδρές γραμμές ο νόμος αυτός έθετε προδιαγραφές κατά την παραγωγή γαλλικών προιόντων από τους γεωργικούς-αγροτικούς Γάλλους παραγωγούς διά της εισαγωγής βαθμολογίου που θα έπρεπε να εφαρμόζεται στα παραγόμενα Γαλλικά προιόντα (δηλαδή εάν  π.χ.ένα προιόν ήταν στην κατηγορία 1 θα πλήρωνε λιγότερο φόρο ο παραγωγός του από έναν άλλο παραγωγό που το ίδιο προιόν του ήταν στην κατηγορία 5 – έθετε κριτήρια συσκευασίας του προιόντος, χρονικής διάρκειας, ποσοτικά, είδου , ποιότητας, κατασκευής,υλικών που χρησιμοποιήθηκαν κλπ., πάντα συμβατά με την επιδιωκόμενη αναβάθμιση της οικολογικής συνείδησης και ευρύτερα της προστασίας του περιβάλλοντος της Γαλλίας).Ήταν ένα μέτρο που συνάντησε αντιδράσεις από τους Γάλλους παραγωγούς,καθότι θα αναγκάζοντο να πληρώνουν περισσότερους φόρους. Αναφέρεται όμως εδώ ως ένα απλό παράδειγμα συνδυασμού προστασίας του περιβάλλοντος και οικονομικής ανάπτυξης ενός ανεπτυγμένου Ευρωπαικού Κράτους.
Από την πιο πάνω ανάλυση οδηγούμαστε στη διαπίστωση πως η προστασία του περιβάλλοντος σήμερα είναι αναντίρρητα νομιμοποιημένη καθώς απειλείται η ισορροπία μεταξύ ανθρώπου και φύσης (φυσικών πόρων).

Όμως τα προβλήματα που ανακύπτουν έχουν να κάνουν με το επίπεδο ανάπτυξης της κάθε χώρας και τη σημασία που δίνει η συγκεκριμένη κοινωνία στην ποιότητα ζωής.Γενικά κάθε αναπτυξιακή πολιτική από τις κυβερνήσεις πρέπει να λαμβάνει υπόψει της και την αναβάθμιση του περιβάλλοντος και της ζωής του ανθρώπου.Απαραίτητες οι οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις με την εφαρμογή κατάλληλων μέτρων και εξέλιξη των ήδη υπαρχόντων και σαφώς όχι απλά αντιγραφή των μέτρων που εφαρμόζονται σε άλλες χώρες .
Γενικά η προστασία του περιβάλλοντος μιας χώρας αφορά το μέγεθος της  προοδευτικής ανάπτυξης της κοινωνίας τη.

Η προστασία αυτή δεν πρέπει να στοχεύει μόνο στην επίτευξη ενός επιπέδουζωής, αλλά και στις συνθήκες ζωής. Μία αποδεκτή περιβαλλοντική πολιτική από τους κατοίκους μιας χώρας είναι αναπόδραστα δεμένη με την κοινωνική και οικονομική πρόοδό της.

Αυτό γιατί επιτρέπει μία ισορροπία μεταξύ των αξιών και αγαθών μιας κοινωνίας, χωρίς την οποία μία οποιαδήποτε ανάπτυξη δεν θα είχε πλέον νόημα.

                                                                                     

 

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Go to top