Του Αντώνη Κολιάτσου
 
Ήταν  όλοι και όλα  εκεί! Οι άνθρωποι, τα  συναισθήματα , η ιστορία, ή τέχνη, σε μια σπάνια  πολιτιστική σύνθεση  , που στήθηκε εκείνο το βράδυ της Τετάρτης, 13 Νοεμβρίου 2013, στην κατάμεστη  από κόσμο αίθουσα του «Σκουφά» .
Γιατί πραγματικά εκεί, έδωσαν το… παρόν:

Ο ποιητικός οίστρος, το λογοτεχνικό τάλαντο , το πάθος της καλλιτεχνικής  δημιουργίας , η υψηλής  ποιότητας κινηματογραφική τέχνη , οι ρομαντικοί συνειρμοί, οι νοσταλγικές μνήμες, οι απωθημένες παιδικές αγάπες ,  το  καθήκον  προς τη γενέτειρα πόλη,  η γλαφυρή ιστορική  αφήγηση ,η ποιοτική  εικόνα, ο μύθος της θυσίας για το αρχικό στέριωμα , το ακίνδυνο πέρασμα των  αποσυναρμολογημένων  βαρέων όπλων του ελληνικού στρατού πάνω από το γεφύρι  , οι    αγώνες και οι αγωνίες για την μετέπειτα  υποστήλωσής του, η συγκλονιστική μαρτυρία της διάσωσης από την Γερμανική ανατίναξη,   η συγκίνηση για το θαύμα του διατηρητέου  του κτίσματος,  η Αρτινή περηφάνια για το ιστορικό μνημείο-κόσμημα της πόλης, ο θαυμασμός  της αναπαράστασης της ιστορικής διαδρομής του δια μέσου των αιώνων , το παρατεταμένο θερμό  χειροκρότημα για τον καλλιτέχνη δημιουργό, αλλά και η πικρία για το σχεδόν ανύπαρκτο ενδιαφέρον των επιγενόμενων   για την  μεγαλύτερη ,  ευρύτερη και  καλύτερη προβολή και αξιοποίησή της πολιτιστικής Αρτινής κληρονομιάς.

Ήταν όλα αυτά σε μια σπάνια ιστορική και πολιτιστική συμπύκνωση, η οποία έπαιρνε σάρκα και οστά  στην προβολή του καταπληκτικού ντοκιμαντέρ της ιστορίας του Γεφυριού της Άρτας, από τον Αρτινολάτρη καλλιτέχνη Βασίλη Γκανιάτσα, που μαζί  με τους λοιπούς συντελεστές  της όλης εκδήλωσης στον «Σκοφά», κυριολεκτικά καθήλωσε τους  πεντακόσιους περίπου  Αρτινούς που είχαν την τύχη να  την παρακολουθήσουν.

Εν αρχή η θαυμάσια απαγγελία των στίχων του «Δημήτρη Βίκτωρ»  από τον γνωστό ταλαντούχο ηθοποιό Σωτήρη Σαρλή, που τον διαδέχθηκε  η φιλόλογος κυρία Μαρία Δέτσικα, η οποία με  ξεχωριστούς λογοτεχνικούς αφορισμούς αναφέρθηκε στο μεράκι του Αρτινού καλλιτέχνη  Βασίλη Γκανιάτσα  και στην   ποιοτική κινηματογραφική δουλειά του, με  την εύστοχη επισήμανση ότι η απωθημένη παιδική αγάπη  του για το  ιστορικό Γεφύρι. και η αίσθηση του χρέους  προς τη γενέτειρα πόλη , ήταν  το ερέθισμα για την δημιουργία του σημερινού ντοκιμαντέρ.

Ακολούθησε η γλαφυρή αφήγηση   του ίδιου του καλλιτέχνη: για την αέναη προσπάθεια  της «τιθάσευσης » των υδάτων του Αράχθου που θα εξασφάλιζε το  πέρασμα των Αρτινών από και προς τον κάμπο, για το πρώτο κτίσιμο του Γεφυριού επί βασιλείας Πύρρου , για το μύθο της θυσίας της γυναίκας του πρωτομάστορα που θα  το στέριωνε , αλλά και για το προβαλλόμενο σπάνιο σχετικό ιστορικό φωτογραφικό υλικό που ζωντάνεψε μνήμες και  νοσταλγικούς συνειρμούς διαφορετικών  εποχών.

Εντυπωσιακές όμως ήταν και οι ζωντανές  αφηγήσεις των ….και Μπάμπη Θεοδόση για την δραματική διάσωση της Γέφυρας από την προγραμματισμένη ανατίναξη κατά την αποχώρηση των Γερμανών από την Άρτα το Σεπτέμβριο του 1944, όπως  και η μαρτυρία του δημοσιογράφου κ. Κώστα Γκέτση, η οποία εστιάστηκε   στη μεγάλη και επίμονη προσπάθεια που ανελήφθη από τους λίγους τότε ρομαντικούς Αρτινούς,  προκειμένου να ενισχυθούν τα κινδυνεύοντα με κατάρρευση θεμέλια της ιστορικής Γέφυρας , από την συνεχιζόμενη  διάβρωση που  προκαλούσε  η έλλειψη φερτών υλικών των υδάτων του Αράχθου, ύστερα από την λειτουργία του φράγματος Πουρναρίου.

Από το άλλο μέρος ο Βασίλης Γκανιάτσας, παρά τις αναπόφευκτες συναισθηματικές  και άλλου είδους επιρροές που είναι φυσικό να δέχονταν  από το στενό επαρχιακό περιβάλλον που κινούνταν,    κατά την πολύχρονη προετοιμασία  του πονήματός του έδειξε να μένει πιστός στις διαχρονικές σταθερές που χαρακτηρίζουν το ποιοτικό  κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ. Και είναι πραγματικά αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο Αρτινός καλλιτέχνης κατάφερε να ξεπεράσει το διαχρονικό δίλημμα: «Λόγος ή Εικόνα», όταν στην εποχή της παντοδυναμίας της εικόνας, αυτός κατόρθωσε να την συνδέσει με έναν συγκροτημένο λόγο που μέσα στη σκέψη και τη συνείδησή του, αποκωδικοποιούσαν και ερμήνευαν την όποια οπτική  του παράσταση και εντύπωση. Υπ’ αυτή την έννοια σε αυτό το είδος της τέχνης ο Αρτινός δημιουργός, έλαβε σοβαρά υπόψη:
- ότι το ιστορικό ντοκιμαντέρ δίνει πληροφορίες σχετικά με ένα γεγονός, πρόσωπο, τόπο ή ιδέα από το παρελθόν, μέσα από μια παρουσίαση συγκεκριμένου χρόνου, κατά τον οποίο παρουσιάζονται έγγραφα, εικόνες, φωτογραφίες, και πραγματικές σκηνές από το προς μελέτη θέμα.
-ότι στο ιστορικό ντοκιμαντέρ δεν υπάρχουν ηθοποιοί, αλλά άνθρωποι που έχουν εμπλακεί με άμεσο ή έμμεσο τρόπο με ένα γεγονός.
-ότι ο πυρήνας της αφήγησης  είναι κάτι, το οποίο δεν μπορείς να παραποιήσεις, όσον αφορά την ουσία της ιστορικότητάς του. Αντίθετα μπορείς  να του προσδώσεις διάφορα άλλα αφηγηματικά στοιχεία, συνθέτοντας μια αφήγηση γλαφυρή και πιο προσωπική που έρχεται να  μιλήσει πιο πειστικά για την ιστορία.
-ότι στο κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ, τόσο στη σκηνοθεσία όσο και στο μοντάζ, μπορείς να έχεις πολλά   στοιχεία από διαφορετικά αφηγηματικά περιβάλλοντα, δομώντας ένα καλλιτεχνικό-αφηγηματικό σύμπαν, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν θα παραποιεί το ιστορικό γεγονός,  σε αυτό που στοχεύει η έρευνα που έχεις κάνει πριν να ξεκινήσει η παραγωγή.
-ότι το ντοκιμαντέρ είναι κινηματογράφος που, μερικές φορές, είναι πιο γλαφυρός και πιο πειστικός από μια ταινία μυθοπλασίας, η οποία αναφέρεται στο ίδιο ακριβώς γεγονός.

Συμπερασματικά, όπως ο Τζον Γκρίερσον , προκειμένου να περιγράψει την ταινία Ρόμπερτ Φλάχερτι Moana (1926), όρισε το ντοκιμαντέρ ως την «καλλιτεχνική αναπαράσταση της πραγματικότητας», έτσι και ο Αρτινός Βασίλης Γκανιάτσας, ως άλλος ταξιδευτής στον ιστορικό  χρόνο του Αρτινού μνημείου, με την αδιαμφισβήτητη κινηματογραφική δεξιοτεχνία  του, το πάθος του  για  ποιοτική δουλειά  και την αγάπη του για τον γενέθλιο τόπο, κατάφερε με το εξαιρετικό αυτό  πόνημα,  να μας δώσει μια καλλιτεχνική αναπαράσταση του Γεφυριού της Άρτας,  όπου θα το βλέπουμε να στέκει  περήφανο, αχώριστος φίλος με τον Άραχθο.

Όμως σε αντίθεση με τα παραπάνω  θα λέγαμε ότι ήχησε  παράταιρα  η προσπάθεια ορισμένων  «ιδεολογικό –πολιτικά»  αγκυλωμένων τοπικών κομματικών κύκλων  οι οποίοι …ενοχλημένοι, έσπευσαν να καταγγείλουν ιστορικές αναφορές των αφηγητών, σε πρόσωπα και γεγονότα  εκείνης της ταραγμένης εποχής , για μεροληπτική ερμηνεία και χαρακτηρισμούς., κάτι που είναι καλύτερα να το αφήσουμε να το κρίνει  ο περισσότερο αποστασιοποιημένος ιστορικός του μέλλοντος και όχι οι φορείς  φτηνών  «ιδεολογικό-κομματικών» σημερινών δογματικών σκοπιμοτήτων.  

Αλλά  προτού κλείσουμε το σημείωμα αυτό, θεωρούμε ότι η πιο κάτω παρατήρηση έχει ιδιαίτερη σημασία και για αυτόν ακριβώς το λόγο αξίζει να αναλυθεί.! Αναφερόμαστε στις προαναφερθείσες πρωτοβουλίες «διάσωσης» της ιστορικής μας Γέφυρας και ειδικότερα στη νεώτερη ,  οποία θα πρέπει να σημειωθεί ότι έχει δύο  όψεις, αμφότερες γενικότερου ενδιαφέροντος και ιδιαίτερα χρήσιμες για τον τόπο

Η μία αναφέρεται στο  παρελθόν, στη δεκαετία του 80, και  καταγράφει  τη μεγάλη δυσκολία   να πεισθούν  πρώτα οι εδώ ιθύνοντες και στη συνέχεια οι τρανοί των Αθηνών για τον άμεσο κίνδυνο να καταρρεύσει το ιστορικό μνημείο. Και πως ήταν αξιοσημείωτη η πρωτοβουλία των πρωταγωνιστών της να δημοσιοποιήσουν το πρόβλημα από τις στήλες του Αθηναϊκού τύπου και με την επιμονή τους να αναγκάσουν τους τότε αρμόδιους του ΥΠ.Πολ/μού να στήσουν ευήκοον ούς , ώστε να αποφασίσουν να λάβουν τα κατάλληλα οικονομικό-τεχνικά μέτρα  για την νέα μεταπολεμική διάσωσή του ιστορικού Αρτινού μνημείου. Ενώ η άλλη όψη της αναδεικνύει την ανάγκη να σπάσει επί τέλους η αδιαφορία του Αρτινού πολίτη για τα μείζονος σημασίας τοπικά ζητήματα και πως ο τελευταίος πρέπει ήρθε η ώρα να γίνει περισσότερο ενεργός , ώστε με την ούτως ειπείν δημιουργούμενη συλλογική αντίδραση να πάψει πλέον το κράτος των Αθηνών να θεωρεί την Άρτα ως  το… αποπαίδι της ελληνικής επικράτειας.
Αλλά για το τελευταίο και για κάποιες  σκέψεις για την περαιτέρω αξιοποίηση του ιστορικού Γεφυριού μας, θα ασχοληθούμε σε ένα επόμενο σημείωμα.

e-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Go to top