Δεν πρόκειται για μια τυπική συνέντευξη. Δεν θα βρείτε παραταξιακή ευγένεια, ούτε φιλτραρισμένες δηλώσεις για να «μην παρεξηγηθεί κανείς». 

Ο Κώστας Παπασιώζος, δήμαρχος, πρώην βουλευτής, «Καμπάρχης» για όσους έζησαν τις δεκαετίες του 90 και του 2000 στον κάμπο της Άρτας, δέχτηκε να μιλήσει χωρίς προσχήματα. 

Όχι για να καταθέσει προεκλογικές θέσεις, αλλά για να εξομολογηθεί συναισθήματα και να κοιτάξει κατάματα τη διαδρομή του.

Μίλησε για τη φθορά, αλλά και για την ανάγκη να παραμείνεις όρθιος. Για τις συγκρούσεις του, που δεν μετανιώνει. Για τη Βουλή, που τον «αρρώσταινε». Για τους ανθρώπους του κάμπου, που ποτέ δεν πρόδωσε. Και για τον εαυτό του, που ακόμα κουβαλά θυμό και τρυφερότητα μαζί.

Δήμαρχε, σχεδόν 40 χρόνια στα κοινά. Νιώθετε αναντικατάστατος, μοναδικός ή απαραίτητος;

«Καμία από αυτές τις λέξεις δεν με εκφράζει. Δεν πιστεύω στις έννοιες του «αναντικατάστατου» ή του «μοναδικού», γιατί όλα είναι συγκυριακά και όλα κρίνονται στην πράξη. Αυτό που νιώθω και με καθοδηγεί είναι πως είμαι χρήσιμος. Χρήσιμος για εκείνους που μου δίνουν τη δύναμη να τους εκπροσωπώ, χρήσιμος γιατί ξέρω τον τόπο, τις ανάγκες του, και κυρίως ξέρω να μην υπόσχομαι πράγματα που δεν μπορώ να τηρήσω. Έχω μάθει να μιλάω τη γλώσσα της πράξης, όχι της υπερβολής».

 

Δεν κουραστήκατε όλα αυτά τα χρόνια; Δεν είπατε ποτέ «ως εδώ»;

«Η πολιτική, όταν γίνεται με αλήθεια, σε εξαντλεί. Αλλά δεν σε κουράζει. Όχι με την έννοια της ψυχικής κόπωσης. Κουράζεσαι όταν σε προδίδουν, όταν βλέπεις να καταρρέουν πράγματα που έχτισες, όταν νιώθεις ότι οι κόποι σου δεν αναγνωρίζονται. Εγώ στάθηκα τυχερός, η αναγνώριση που εισέπραξα από τον κόσμο, ακόμη και στις πιο δύσκολες φάσεις, με κράτησε όρθιο. Όταν δίνεις ελπίδα και προσδοκία σε έναν τόπο, δεν επιτρέπεται να κουραστείς».

Σε ηλικία 25 ετών εκλέγεστε πρόεδρος στο Νεοχώρι. Ήταν δική σας επιδίωξη ή σας έσπρωξαν οι καταστάσεις;

«Δεν ήταν ένα όνειρο που κυνηγούσα από παιδί. Ήταν μια παρότρυνση φίλων και συγχωριανών, μια απόφαση που ωρίμασε απότομα. Βρέθηκα μπροστά σε μια πραγματικότητα που ζητούσε ανθρώπους να την υπηρετήσουν. Και το έκανα. Με πάθος, με καθαρή συνείδηση, με ευθύνη. Όσο περισσότερο ένιωθα ότι η παρουσία μου βοηθούσε τον τόπο, τόσο πιο πολύ δυνάμωνα. Το Νεοχώρι ήταν το πρώτο μου σχολείο στην Αυτοδιοίκηση».

 

Δώδεκα χρόνια πρόεδρος και μετά δήμαρχος Αράχθου για οκτώ χρόνια. Ο κόσμος σας φώναζε «Καμπάρχη». Πώς ήταν να έχετε αυτόν τον τίτλο;

«Ο τίτλος δεν με συγκινούσε σαν τίτλος. Δεν τον διεκδίκησα. Αλλά τον σεβάστηκα, γιατί ήξερα τι σημαίνει. Εγώ δεν έβλεπα ποτέ σύνορα ανάμεσα στα χωριά του κάμπου. Όλοι οι κάτοικοι ήταν δικοί μου άνθρωποι,δεν τους ξεχώρισα ποτέ με βάση κομματικές ταυτότητες, καταγωγές ή "συμφέροντα". Όπου υπήρχε ανάγκη, ήμουν εκεί. Δεν το έκανα για ψήφους, το έκανα γιατί έτσι πίστευα. Και ακόμα έτσι πιστεύω».

Λένε ότι είχατε πάντα χαμόγελο, καλοσύνη, αλλά και πείσμα. Ποια είναι η αλήθεια;

«Η αλήθεια είναι ότι ναι, ήμουν, και είμαι πεισματάρης. Στις διεκδικήσεις για τον τόπο, δεν έκανα ποτέ πίσω. Ακόμα και όταν ήμουν απέναντι σε υπουργούς ή γραμματείς, δεν χαμήλωνα τη φωνή. Γιατί δεν διεκδικούσα για τον εαυτό μου, διεκδικούσα για έναν ολόκληρο κόσμο που δεν είχε φωνή. Αλλά αυτό δεν σήμαινε πως ήμουν σκληρός ως άνθρωπος. Δεν χάνεις την ανθρωπιά σου όταν αγωνίζεσαι. Το χαμόγελο, η καλοσύνη, η ανοιχτή καρδιά, ήταν πάντα η βάση μου. Αυτά με κρατούσαν όρθιο».

Το 2007 μεταπηδάτε στην κεντρική πολιτική σκηνή. Εκλέγεστε βουλευτής με τη Ν.Δ., δεν ψηφίζετε μνημόνια και τελικά φεύγετε. Γιατί;

«Πήρα μέρος στις εκλογές ύστερα από πρόταση του τότε προέδρου της Ν.Δ., του Κώστα Καραμανλή. Δεν μπορούσα να πω όχι. Ήταν τιμή, ήταν ευκαιρία. Εκλέχθηκα με πολύ μεγάλη διαφορά. Όμως η Βουλή είχε κάτι που εγώ δεν άντεχα: την κομματική πειθαρχία που μετατρέπεται σε μηχανική επανάληψη λόγων. Δεν μπορούσα να μιλάω με λόγια που δεν ήταν δικά μου. Δεν μπορούσα να "παίζω την κασέτα". Έβλεπα την πολιτική να γίνεται θέατρο και με αρρώσταινε. Γι’ αυτό έφυγα. Δεν άντεξα. Δεν μετάνιωσα όμως, γιατί αν έμενα, θα πρόδιδα τον ίδιο μου τον εαυτό».


Το 2024 επιστρέφετε στη δημαρχία στον Ν. Σκουφά και από την πρώτη στιγμή επιτίθεστε σε όλους: βουλευτές, περιφέρεια, Δήμο Αρταίων. Αν γυρίζατε πίσω, θα αλλάζατε κάτι;

«Ίσως τον τρόπο, τη φρασεολογία. Αλλά όχι την ουσία. Ο Δήμος Ν. Σκουφά ήταν σχεδόν σε χρεοκοπία. Και αυτό το ήξεραν όλοι. Είχαν λόγο να το αποτρέψουν. Δεν το έκαναν. Και εγώ δεν μπορούσα να σιωπήσω. Όταν βλέπω αδικία, όταν βλέπω συγκάλυψη, ο λόγος μου γίνεται φωτιά. Ζητάω να υπάρχει πολιτική συνέπεια, όπως εγώ κρατάω το λόγο μου, ζητάω και οι άλλοι να κάνουν το ίδιο. Αν αυτό είναι "πολύ", τότε ας είναι. Αλλά εγώ δεν θα αλλάξω για να γίνω αρεστός».

Κάνετε αυτοκριτική; Κοιτάτε πίσω;

«Ναι, συχνά. Δεν γίνεται να μην το κάνεις. Αν δεν πεις στον εαυτό σου την αλήθεια, κάποια στιγμή σε εκδικείται. Κάνω απολογισμούς, λέω δυνατά αυτά που με πνίγουν. Αλλιώς δεν θα άντεχα. Έτσι είμαι φτιαγμένος».

 

Οι χαρές ή οι λύπες ήταν περισσότερες όλα αυτά τα χρόνια;

«Δεν το μέτρησα ποτέ. Δεν θέλω να το μετρήσω. Ότι πέρασε, πέρασε. Το σημαντικό είναι να προχωράς μπροστά. Και εγώ πάντα προχωράω. Με όσα κουβαλάω, χωρίς αναστολές».



«ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ»

 

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Go to top