Του Χρήστου Μέγα

Στο πολιτικό «μεσοδιάστημα» μεταξύ δύο (θεσμικά προβλεπόμενων) εκλογικών αναμετρήσεων παρατηρείται η μέγιστη κομματική αποσυσπείρωση. Είναι καταγραμμένη πλέον αυτή η πολιτική (απο)στάση. Και έχει ενδιαφέρουσες «πληροφορίες».

Η εντεινόμενη υποχώρηση των δημοσκοπικών επιδόσεων της ΝΔ έχει στην πυρήνα της την «φυγή» των λαϊκών στρωμάτων λόγω οικονομικών προβλημάτων και, κυρίως, της ακρίβειας. Η απουσία προοπτικής για τους νέους, η καθημερινότητα για τη μέση οικογένεια, οι παγωμένοι μισθοί και η μερική απασχόληση-αμοιβή, τα επαναλαμβανόμενα «εμφράγματα» των λογαριασμών του ρεύματος, οι τιμές στις πρώτες ύλες και τις ζωοτροφές είναι οι αιτίες. Από κοντά, η ανάδυση του πελατειακού κράτους και τα ρουσφέτια στις προσλήψεις και τοποθετήσεις-μετακινήσεις, οι μονομέρειες στην κατανομή των κονδυλίων της πανδημίας (κυρίως οι ενισχύσεις στους μεγάλους «παίχτες» μέσα από τις επιστρεπτέες προκαταβολές), η κατάρρευση της Δημόσιας Διοίκησης και οι καθυστερήσεις στην Δικαιοσύνη, τα επαναλαμβανόμενα κύματα του κορονοϊού δημιουργούν συνθήκες κοινωνικής ασφυξίας.

 

Λειψός δικομματισμός

Σαν αποτέλεσμα της κυβερνητικής υποχώρηση έχουμε και την… εξ αντανακλάσεως υποχώρηση της απήχησης και του ΣΥΡΙΖΑ. Τα δύο κόμματα μοιάζει να ετεροπροσδιορίζονται. Αυτό δεν ήταν αναμενόμενο. Ωστόσο, είναι φυσικό επακόλουθο καθώς η αξιωματική αντιπολίτευση επέλεξε την ακινησία και την αναμονή (της πλήρωσης) του χρόνου για την… νομοτελειακή εναλλαγή μεταξύ των δύο «μεγάλων» κομμάτων, αντί των εναλλακτικών και βιώσιμων προτάσεων.

Την οικονομική δυσφορία και κοινωνική παραλυσία ολοκληρώνει έτσι η κατατονία του… λειψού δικομματισμού. 

Ενδιαφέρουσα αναλαμπή παρατηρείται μόνο στο χώρο της κεντροαριστεράς, με αφορμή τις εσωκομματικές διαδικασίες στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ. Με τις δημοσκοπήσεις να ανιχνεύουν την τάση μαζικής συμμετοχής στις εσωκομματικές κάλπες σε ρυθμούς μεγαλύτερους του 2017 (212.000). Ένας πρωτοφανής αριθμός που δεν μπορεί να συγκριθεί με τις επιδόσεις κανενός άλλου κομματικού σχηματισμού στην Ελλάδα. Κάτι που από μόνο του δημιουργεί πολιτικό γεγονός.

Το ενδιαφέρον προς το ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ δεν προκλήθηκε, όπως εύκολα ίσως αναγιγνώσκεται, από την τηλεοπτική υπερπροβολή (συναισθηματική φόρτιση από τον αδόκητο θάνατο της Φώφης Γεννηματά κ.α.). Δεν είναι παράγωγο των ΜΜΕ. Είναι πολιτικό και εδράζεται ακριβώς στις αιτίες της κυβερνητικής αποσυσπείρωσης των λαϊκών στρωμάτων που είχαν συστρατευτεί με τη ΝΔ το 2019 σαν αντι-ΣΥΡΙΖΑ συμμαχία για την κυβερνητική εναλλαγή. Και τώρα στην συγκυρία (πολιτικό «μεσοδιάστημα», κοινωνικά αδιέξοδα και απουσία εναλλακτικής πρότασης), αυτά τα στρώματα αναζητούν έκφραση στο «χώρο του ΠΑΣΟΚ». Το ενδιαφέρον μοιάζει γνήσιο και το πυροδότησαν η ακρίβεια και τα οικονομικά αδιέξοδα της κοινωνίας. Αναμενόμενη έτσι και η στροφή του βλέμματος σε ένα κόμμα που είχε έντονες κοινωνικές αναφορές στο παρελθόν. Και τώρα υπόσχεται να ανοίξει το παιχνίδι.

Κατά συνέπεια δεν πρόκειται για τηλεοπτική πομφόλυγα, αλλά για κοινωνικές διεργασίες που περνούν κάτω από τα τηλεοπτικά ραντάρ. Η δε εξέλιξη αυτής της τάσης τείνει να έχει χαρακτηριστικά… αυτοδιαχείρισης. Οι πρωταγωνιστές στο ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ (και ο νικητής των εσωκομματικών καλπών) μπορεί να είναι απαραίτητοι απλά ως ευαίσθητοι δέκτες. Η μαζική συμμετοχή τους ρυμουλκεί προς μια ανανέωση και εναλλακτική πορεία. Το ακροατήριο υπάρχει πλέον, η (δημοσκοπικά) εντοπισμένη απήχηση της κεντροαριστεράς υποδέχεται αιτήματα. Η νέα ηγετική ομάδα δεν πρέπει να τους απογοητεύσει.

 

Δίχως χρήματα

Παράλληλα: Τα λαϊκά στρώματα δύσκολα συσπειρώνονται εκ νέου στην ΝΔ, ο Κ.Μητσοτάκης δεν έχει κανένα σχέδιο διάχυσης της όποιας οικονομικής μεγέθυνσης στην κοινωνία, το κράτος μας βγαίνει περισσότερο χρεωμένο από την πανδημία και την διετή -έως τώρα- διαχείριση. Κοντολογίς, δεν υπάρχουν τα χρήματα, έχουν εξαντληθεί οι κοινωνικές αντοχές.

Ο δε ΣΥΡΙΖΑ έδειξε ότι μια χαρά ταξιδέψε με το «αντισυμβατικό» κύμα του 2011-15, αλλά έτερον ουδέν.

Η απλή αναλογική συντείνει στην αποσυσπείρωση των δύο μεγάλων κομμάτων καθώς ο πολίτης δεν βιώνει με την ένταση που παρελθόντος την εκδοχή της… ακυβερνησίας. Η αποχή και η στροφή στα μικρότερα κόμματα στις προσεχείς κάλπες είναι στοιχεία αναμενόμενα. Έτσι, πέραν του κοινωνικού αποτυπώματος που μπορεί να αφήσει μια επιλογή στο χώρο του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ, η ενίσχυση της κεντροαριστεράς προβάλει και σαν εναλλακτική λύση. Σίγουρα όμως θα αποτελέσει ισχυρό αντίδοτο στις όποιες τάσεις κονιορτοποίησης του κομματικού συστήματος και επαναδραστηριοποίησης ακραίων ή φασιστικών σχηματισμών.

Όσοι δε κάνουν από τώρα σενάρια για «επαναληπτικό γύρο με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής», απλώς να θυμίσουμε ότι το 2015 ο Α.Τσίπρας όρκισε δύο κυβερνήσεις, καίτοι δεν είχε κομματική πλειοψηφία 151 εδρών. Πόσο μάλιστα που ο κ.Μητσοτάκης θα έχει συμμάχους από την δεξιά… πολυκατοικία. Και όποιοι πιστεύουν ότι το εκλογικό σώμα είναι χειραγωγήσιμο και θα οδηγηθεί εκβιαστικά στη δεύτερη κάλπη προκειμένου να επιβραβεύσει για… τέταρτη φορά την ΝΔ (ευρωεκλογές και εθνικές εκλογές το 2019, συν τις προσεχείς αναμετρήσεις), απλώς κάνουν σχέδια επί χάρτου... 

 

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

Go to top